Σελίδες

Τετάρτη 24 Ιουνίου 2009

παιχνίδια με τσέρκια και γκαζές: το γκεζί και το στεφάνι




Τα όχι και τόσο παλιά χρόνια, τα παιδιά -τα "κακά" παιδιά, αυτά που δεν ήταν του σαλονιού, τα αλάνια, αυτά που παίζανε έξω στο δρόμο (χωματόδρομο, φυσικά, μια και η άσφαλτος ήταν σχεδόν άγνωστη) και στις αλάνες- παίζαν με βώλους και γκαζές. Οι βώλοι ήταν μικρές μπαλίτσες από χώμα (κεραμεικές, θα λέγαμε σήμερα) βαμμένες με διάφορα χρώματα. Οι γυάλινοι βώλοι λεγόντουσαν "γκαζές" και ήταν ακριβοί και δυσεύρετοι. Μεγαλύτερες από τους κοινούς χωμάτινους βώλους, απαντούσαν σε διάφορα μεγέθη, οπωσδήποτε μεγαλύτερα από αυτά των κοινών βώλων, που ήταν μόνο δυο: μικροί βώλοι και μεγάλοι βώλοι. Μόνο τα πλουσιόπαιδα είχαν γκαζές και, συχνά, μια γκαζά ήταν αντικείμενο θαυμασμού ή και κλοπής! Τα παιχνίδια με βώλους και γκαζές λεγόντουσαν "οι βώλοι".

Το πιο συνηθισμένο παιχνίδι με βώλους ήταν να στρώνονται μερικοί βώλοι (κάθε βώλος και παιδί) σε μια σειρά, σχεδόν κολλητοί μεταξύ τους, και τα παιδιά να ρίχνουν καθένα το δικό του βώλο από κάποια καθορισμένη (με γραμμή στο χώμα) απόσταση, προσπαθώντας να πετύχουν κάποιον απο τους "στρωμένους" βώλους. Οποιο βώλο πετύχαινε το παιδί, τον κέρδιζε. Το μεγάλο πανηγύρι γινόταν όταν έμπαινε και γκαζά στο στρώσιμο και όποιο παιδί κέρδιζε γκαζά, ξεφώνιζε από χαρά και ικανοποίηση. Συνήθως όμως η γκαζά δεν έμπαινε στο στρώσιμο, επειδή όποιο παιδί την είχε προτιμούσε να τη κρατάει για να σημαδεύει, επειδή ήταν πιο εύστοχη και δεν έχανε το σχήμα της. Οι χωματένιοι βώλοι χάναν γρήγορα τη λεία εξωτερική τους επιφάνεια και, μετά από κάμποσα παιχνίδια, σπάγαν κιόλας.

«Παίζουμε βώλους;» ρωτούσε ένα παιδί και τα άλλα απαντούσαν κατά βούληση «Παίζουμε!» ή «Παράτα μας τώρα καημένε...» αν το έβρισκαν άτοπο ή προτιμούσαν να παίζουν "το στεφάνι" τρέχοντας πίσω από ένα μεταλλικό τσέρκι που το καθοδηγούσαν με ένα ραβδί -συνήθως ξύλινο. Οταν έπεφτε το τσέρκι, τέλειωνε ο γύρος αυτού του παιδιού. Κέρδιζε όποιο παιδί κρατούσε το τσέρκι του όρθιο να τρέχει περισσότερη ώρα. Το ίδιο παιχνίδι λεγόταν σε μερικές περιοχές "το τσέρκι".

Στα τελευταία χρόνια του '50, όσο απομακρυνόταν ο τόπος από τους πολέμους, οι γκαζές αντικαταστήσαν εντελώς τους χωματένιους βώλους, οπότε το παιχνίδι ονομάστηκε "οι γκαζές", μια και παιζόταν πλέον μόνο με γκαζές. Πλούτιζε ο κόσμος σιγά σιγά...

Οταν μπήκε πια το '60, παρόμοια παιχνίδια με τους βώλους και τις γκαζές ήταν "τα καπάκια", που παιζόντουσαν με καπάκια από αναψυκτικά στις αυλές των δημοτικών σχολείων και εκεί γινόταν επίσης σφαγή!

Ενα ωραίο παιχνίδι με βώλους ήταν "το γκεζάκι", μόνο που ήθελε καλό σχεδιαστή εδάφους, αλλά ήταν δύσκολο να βρεθεί παιδί να σχεδιάσει σωστούς κύκλους στο χώμα, δλδ, ένα παιδί καλλιτέχνης! Οταν όμως βρισκόταν, τα παιδιά το προτιμούσαν, ήθελε σκέψη και συγκέντρωση μυαλού για να πετύχει κανείς το στόχο. Κάτι σαν σκάκι στο χώμα.
_____________________________
γκεζί, το, δημ. (και γκεζάκι)=γκεζάκι (βλ. λ.)|| σύνολον ομοκέντρων κύκλων χαρασσομένων επί του εδάφους και αποτελούντων τον στόχον εις την παιδιάν «το γκεζάκι» (βλ. λ.)

γκεζάκι, το, δημ. παιδιά ομοιάζουσα προς την "ώμιλλαν" των αρχαίων, καθ' ήν οι παίκται αμιλλώνται να ρίψουν εξ ορισμένης αποστάσεως βώλους ή άλλα αντικείμενα εντός στόχου αποτελουμένου εξ ομοκέντρων κύκλων κεχαραγμένων επί του εδάφους (πρβλ. γκεζί)

γκεζερίζω, δημ. (και γκεζερώ, τουρκ. λ.) περιφέρομαι εδώ κι εκεί, τριγυρίζω, περιπλανώμαι ασκόπως.

-->> οι λέξεις "γκεζί", "γκεζάκι", "γκεζερίζω", από το λεξικό Ι. Σταματάκου, σελ. 897
_____________________________
-->> Μια εφιαλτική νηπιακή ανάμνηση που έχω είναι αυτή με μια γκαζά που είχα χώσει -ένα μεσημέρι, ξαπλωμένη για τη σιέστα- στο στόμα μου και μου είχε κόψει την ανάσα. Ευτυχώς, σκέφτηκα (αλλά μπορεί να ήταν και τυχαίο) να γυρίσω στο πλάι, οπότε η γκαζά ξεφρακάρισε κι έτσι συνέχισα να αναπνέω -μέχρι σήμερα.
-->> Εμένα, φυσικά, δεν με άφηναν οι δικοί μου να παίζω στο δρόμο όταν ήρθαμε να κατοικήσουμε αε αθηναϊκή συνοικία, και ζήλευα πολύ τα αλάνια που παίζαν βώλους.
-->> Αγριο πράγμα να ξεκολλά ένα παιδί από το φυσικό του χώρο, τα χωράφια και τη φύση. Στενοχωρήθηκα πολύ που είδα ένα παλιό Δημοτικό Σχολείο που έχει μεταμορφωθεί σε μεταμοντέρνο κτίριο και η αυλή του έμεινε λιγότερη από τη μισή. Προοδεύουμε έτσι; Μπα, δεν νομίζω. Εσύ τι γνώμη έχεις, καλέ/ή μου αναγνώστη/τρια;


7 σχόλια:

Air είπε...

Τι μου θύμησες τώρα...

kopria είπε...

Γκάζες και βόλους παίζαμε και μεις το 70...
Τι μου θύμισες πάντως...

Χρονοστιβάδα είπε...

Καλημέρα Ροδιά μου !!! Μας ξύπνησες πολύ ωραίες αναμνήσεις !!! Το θέμα, επίσης, είναι άκρως επίκαιρο ..."καλοκαιρινότατο" :-), μιας και αυτή ήταν -για μας- η περίοδος της ξεγνοιασιάς, χωρίς σχολεία και μαθήματα. Όσα παιδιά παραμέναμε στο κλεινόν άστυ -κι ήμασταν πολλά, λόγω της οικονομικής στενότητος- ξαμολιόμασταν πρωί και μαζευόμασταν αργά το βράδυ...
Θυμάμαι, κάποια περίοδο οι βώλοι και οι γκαζές αντικαταστάθηκαν από πλακουτσωτές πέτρες ή κομμάτια από μαρμαρόπλακες και παίζαμε ένα παιχνίδι με παρόμοιους κανονισμούς, τις αμάδες. Μάλιστα, τα "βραβεία" των νικητών, συνήθως ήταν περιοδικά... κόμικς (Ποπάυ, Μπλεκ, Τιραμόλα, Μικυ-μάους, Μανίνα, μέχρι και MAD !!!), κλασσικά εικονογραφημένα κλπ.
Ακόμα ένα παιχνίδι με "βώλους", μικρές πετρούλες όχι απαραίτητα στρογγυλές, αλλά καλοσχηματισμένες, ήταν και τα πεντόβολα, με δεκάδες παραλλαγές που απαιτούσαν ιδιαίτερη τεχνική και ταχύτητα στο χειρισμό τους.
Θυμήθηκα κι ένα πρωτότυπο "παιχνίδι" με πετρούλες, που είχαμε εντάξει στις λεγόμενες "κουμπάρες"...
Μαζεύαμε απ' τα νταμάρια (...έμενα κοντά στο σημερινό "Θέατρο Βράχων" στο Βύρωνα) κάτι γυαλόπετρες, χρωματιστές και με -όσο το δυνατόν- τετράγωνο ή παραλληλόγραμμο σχήμα, που η σκόνη της άμμου είχε καθίσει πάνω τους σαν άχνη ζάχαρη και τις έκανε να μοιάζουν με... λουκούμια :-)
Αυτές, λοιπόν, οι πετρούλες ήταν το "κέρασμά" μας στις αυτοσχέδιες βεγγέρες :-)

ILIAS είπε...

Δηλαδή ανήκω και 'γω στα αλάνια ε; γουστάρω! Λοιπόν, πρόλαβα μόνο τις γκαζές, φοβερό παιχνίδι, αλλά και άλλα όμορφα, κυνηγητό, κρυφτό, μακριά γαϊδούρα, πετροπόλεμο (για πολύ αλάνια τώρα ε; ε; lol), ποδόσφαιρο με μπάλες φτιαγμένες από αλουμινόχαρτο κ.α.
Φυσικά, όλα αυτά στις διακοπές μετά το σχολείο στην μάνα Κρήτη.
δυόμισι μήνες με όμορφες αναμνήσεις και μετά πάλι Αθήνα στα τσιμέντα. Σχολείο σπίτι κλ.π. Κάτι πρόλαβα και 'γω Ροδιά μου α.... μη ξεχάσω και τα μήλα! το θυμάστε αυτό το παιχνίδι; φοβερό

Καλό απόγευμα, ευχαριστώ για τις θύμησες...

Storyteller είπε...

είχα τόσες γκαζές κάποτε...
fuck!!

ILIAS είπε...

Καλή μου Ροδιά σχετικά με το προηγούμενο post σου με τις κλεφτοτράπεζες δες αν θές εδώ:

http://zamanftou.wordpress.com/2009/06/12/%CE%BF%CE%B9-%CF%84%CF%81%CE%B1%CF%80%CE%B5%CE%B6%CE%B5%CF%83-%CE%BA%CE%B1%CE%B9-%CE%B5%CE%BC%CE%B5%CE%B9%CF%83-%CE%BA%CE%B1%CF%80%CE%BF%CE%B9%CE%B1-%CF%80%CF%81%CE%B1%CE%B3%CE%BC%CE%B1%CF%84%CE%B1/

αν και ρώτησα δικηγόρο και μου είπε οτι παρ'όλο που οι αποφάσεις που εξέδωσαν τα δικαστήρια ισχύουν, αν δεν έχουν γίνει νόμοι του κράτους, μπορούν να σε πάνε στα δικαστήρια οι κλεφτοτράπεζες... οπότε αν τα "έχει" κάποιος το πράττει, (προσωπικά αν μπορούσα θα το έκανα) αν δεν τα "έχει", κάθεται στ'αυγά του σκεφτόμενος τα δικαστικά έξοδα και τυχόν - και κατα πάσα πιθανότητα - αρνητική απόφαση, οπότε... βράστα (και σιγά τώρα δικαστήριο να βγάλει καταδικαστική απόφαση για τράπεζα! χαχαχα! στο Ελλαδιστανοκουμπαρολαμογιοκλεφτολόϊ!)

ΥΓ απαιτώ ο νεολογισμός μου να σταλεί άμεσα στο Μπαμπινιώτη προς εισαγωγή στο επόμενο λεξικό που θα εκδόσει! lol lol

Α.Α.Τ. είπε...

Βώλοι, γκαζές αλλά και μπίλιες.
Οι μπίλιες από σπασμένα ρουλεμάν ήταν ό,τι καλύτερο και σπανιότερο (εκείνη την εποχή).
Λόγω του μεγαλύτερου βάρους τους, είχαν το πλεονέκτημα ότι οι γκαζές ή οι βώλοι δεν μπορούσαν να τις μετακινήσουν εύκολα (στα παιχνίδια που έπρεπε να "βγάλεις τον άλλον από τη θέση του" για να κερδίσεις). Επίσης, "ρίχνοντας" με σιδερένια μπίλια, μπορούσες να "διώξεις" τους αντιπάλους, μέτρα μακριά από τη θέση τους.

Άλλο παιχνίδι με "πέταγμα και τερματισμό" ήταν με κάρτες (σαν τις κάρτες με τις εθνικές ενδυμασίες των χωρών που βρίσκαμε μέσα στις "γκοφρέτες" -τις σημερινές σοκοφρέτες).
Όποιος έριχνε την κάρτα του πιο κοντά στην προσυμφωνημένη γραμμή τερματισμού, κέρδιζε. Τεράστιοι οι καβγάδες για το αν "ακουμπάει γραμμή" ή το πόσο κοντά είναι (-κλεψιές που γίνονταν στους μικρότερους!).