Σελίδες

Τετάρτη 4 Ιουνίου 2008

Το νηστικό δείπνο


Ξύλαρυ Πλύντον: Αλλό, αλλό! Εδώ Ξύλαρυ...
Μπαράκο Μπάμια: Ελα καλή μου, σε ακούω, τι θέλεις;
Ξύλαρυ Πλύντον: Να σε καλέσω σε δείπνο...
Μπαράκο Μπάμια: Μπα; Πότε έμαθες να μαγειρεύεις;
Ξύλαρυ Πλύντον: Εεεε... έχω προσλάβει μια κινεζούλα μαγείρισσα ξέρεις...
Μπαράκο Μπάμια: Πάλι κινέζικο; Μόνο για μπριζόλα έρχομαι!
Ξύλαρυ Πλύντον: Οκ. Νο πρόμπλεμ. Ο,τι γουστάρεις τρελό αγόρι!
Μπαράκο Μπάμια: Τι ώρα;
Ξύλαρυ Πλύντον: Κατά τις οκτώ, καλά είναι;
Μπαράκο Μπάμια: Αριστα, αλλά κάνε το οκτώμισυ να προλάβω να σιδερώσω το τζήν μου.
Ξύλαρυ Πλύντον: Σιδερώνεις το τζην σου; Καλέ, πού ζεις;
Μπαράκο Μπάμια: Σε ξενοδοχείο, όπως όλοι οι ταλαίπωροι υποψήφιοι για το χρίσμα... Εσύ πού ζεις;
Ξύλαρυ Πλύντον: Α, εμένα μου νοικιάζει ο άντρας μου μια βιλίτσα μούρλια, με όλα τα κομφόρ, τζακούτζι, κλπ, όλα λέμε.
Μπαράκο Μπάμια: Πολύ καλομαθημένη σε έχει βλέπω.
Ξύλαρυ Πλύντον: Αμ, πώς! Εμείς τον παρά τον χαιρόμαστε, δεν τον μαζεύουμε σαν τσιφούτηδες.
Μπαράκο Μπάμια: Εμένα λες τσιφούτη;
Ξύλαρυ Πλύντον: Αντε, έλα το βραδάκι, να καυγαδίσουμε με την ησυχία μας.
Μπαράκο Μπάμια: Σωστά, μπορεί να παρακολουθούν και τα τηλέφωνα. Οκτώμισυ;
Ξύλαρυ Πλύντον: Οκτώμισυ. Μπάι.
Μπαράκο Μπάμια: Μπάι.

Χτυπάει το κουδούνι στο σπίτι της Ξύλαρυ, τρέχει η ίδια να ανοίξει. Το τραπέζι είναι στρωμένο μπροστά στον καναπέ, χαμηλά. Πάνω στο τραπέζι, εκτός από τα πιάτα και τα μαχαιροπίρουνα, μπόλικα αρωματικά ξυλάκια και κεριά δίνουν ατμόσφαιρα. Χαιρετιούνται και μιλώντας πλησιάζουν προς τον καναπέ, κάθονται και εξακολουθούν να μιλούν, μέχρι που η Ξύλαρυ καλεί τη μαγείρισσα να σερβίρει το δείπνο.

Ξύλαρυ Πλύντον: Ω, Μπαράκο, πόσο περίμενα τούτη τη στιγμή!
Μπαράκο Μπάμια: Ελα τώρα, μη τα παραλές, μεταξύ μας είμαστε, πες ελεύθερα πόσο με μισείς!
Ξύλαρυ Πλύντον: Να σε μισώ; Οχι δα! Εγώ σε λατρεύω χρυσούλη μου, μαυρούλη μου, μιαμ μιαμ μιαμ...
Μπαράκο Μπάμια: Τι εννοείς ωραία Ξύλαρυ; Με βλέπεις σαν κατοικίδιο;
Ξύλαρυ Πλύντον: Αχ, Μπαράκο μου, πόσο με έχεις παρεξηγήσει...
Μπαράκο Μπάμια: Με όλα αυτά που διαδίδεις για μένα, τι εντύπωση να σχηματίσω;
Ξύλαρυ Πλύντον: Πάντως, ήρθες σήμερα, βρίσκεσαι εδώ, μαζί μου...
Μπαράκο Μπάμια: Ναι, είμαι τολμηρός! Ηρθα, αν και έχω μια φοβερή προαίσθηση πως θα προσπαθήσεις να με δηλητηριάσεις...
Ξύλαρυ Πλύντον: Εγώ; Εσένα; Πώς σού ήρθε αυτή η ιδέα; Ας στο καλό! χαχαχαχαχα!
Μπαράκο Μπάμια: Μα... Είσαι τόσο εχθρική... Ολο εναντίον μου αγορεύεις... Σκέτη σκύλα είσαι Ξύλαρυ, παραδέξου το.
Ξύλαρυ Πλύντον: Οχι και σκυλίτσα... Γατούλα είμαι! Γατούλα του σεξ!
Μπαράκο Μπάμια: Ναι, το είδαμε το έργο... Γι αυτό ο Μπίλυ τά 'φτιαξε με τη Μόνικα...
Ξύλαρυ Πλύντον: Α, η Μόνικα... Εμένα ήθελε να εκδικηθεί το παλιοκόριτσο, που δεν της έδινα σημασία!
Μπαράκο Μπάμια: Καλά, καλά, με έπεισες. Πού είναι το δείπνο; Θέλω τη μπριζόλα μου!
Ξύλαρυ Πλύντον: (κλαπ! κλαπ! χτυπάει παλαμάκια και εμφανίζονται η Μόνικα μαζί με το Μπιλ που κρατά ένα μεγάλο μαχαίρι) Ελάτε, ελάτε, το δείπνο είναι στη θέση του!
Μπαράκο Μπάμια: Μα... Εγώ δεν βλέπω τίποτα! Πού είναι η μαγείρισσα;
Ξύλαρυ Πλύντον: Εγώ είμαι η μαγείρισσα αγοράκι μου έξυπνο! Δεν σου κάνω;
Μπαράκο Μπάμια: ...και... οι μπριζόλα μου; Πού είναι η μπριζόλα μου; ε;.. (ταραγμένος)
Ξύλαρυ Πλύντον: Τώρα θα τη δεις και τη μπριζόλα σου! Κάμαν Μπίλυ! Κάμαν σου λέω! Μόνικα, φέρε τη σκάφη χρυσό μου.

Η Μόνικα πλησιάζει με μια σκάφη που την ακουμπάει πάνω στο χαμηλό τραπέζι παραμερίζοντας τα πιατικά και τα κεριά. Ο Μπιλ ακονίζει το μαχαίρι του. Η Ξύλαρυ, με μια κίνηση επιδέξεια, δένει τον Μπαράκο σαν λουκάνικο, όπως ακριβώς δένουν οι καουμπόυδες τα μοσχάρια, και του βουλώνει το στόμα με μια ταινία.

Μπαράκο Μπάμια: ΜΜΜΜΜ ΓΚΡΡΡΡ (μουγκρίζει και κινείται σπασμωδικά)
Ξύλαρυ Πλύντον: Ετσι, έτσι, τι όμορφος που είσαι τώρα Μπαράκο μου! Αχ, και νά 'ξερες!
Μπαράκο Μπάμια: ΜΜΜΜΜ ΓΚΡΡΡΡ
Ξύλαρυ Πλύντον: Τι προσπαθείς να πεις; Πως δεν σου αρέσει η μπριζόλα σου; Ασε να τη δοκιμάσω πρώτα και θα σου πω αν είναι ωραία! Ελάτε παιδιά, τι περιμένετε; Το σφαχτό είναι έτοιμο! Εγώ το θέλω σενιάν, με το αίμα του. Μισώ τους καλοψημένους αράπηδες. ΟΥΦ! Την είπα τη λέξη, επιτέλους! Να μη ξεχάσω να ενημερώσω τον ψυχίατρό μου... Μόνικα, σημείωσέ το κορίτσι μου.
Μόνικα Γκελούτσι: Μάλιστα, μάλιστα.. Μισό λεπτό να ταχτοποιήσω καλά τη σκάφη. Μη κλωτσάς ρε συ Μπαράκο! Θα χάσω τη δουλειά μου!
Ξύλαρυ Πλύντον: Βόηθα Μπίλυ το παιδί, ή μήπως δεν συμπαθείς τη Μόνικα;
Μπίλυ Πλύντον: Μα τι λες αγάπη μου; Τη Μόνικα την έχω... το ξέρεις, την έχουμε σαν παιδί μας...
Ξύλαρυ Πλύντον: Φυσικά, φυσικά. Σαν παιδί μας. Είναι και κούκλα! Η δικιά μας η ξεπλυμένη μισοριξιά δεν πιάνει μία μπροστά στη Μόνικα. Μέχρι που αναρωτιέμαι ώρες ώρες αν πράγματι εγώ τη γέννησα...
Μπίλυ Πλύντον: Από που να αρχίσω να κόβω γλυκειά μου; Από το σβέρκο;
Ξύλαρυ Πλύντον: Οχι, όχι σβέρκο... Καλύτερα κόψε ένα μπουτάκι πρώτα...
Μπαράκο Μπάμια: (πετάει με ένα φύσημα την ταινία) ΟΧΙ ΜΠΟΥΤΑΚΙ, ΜΠΡΙΖΟΛΑ ΘΕΛΩ ΕΙΠΑ!
Ξύλαρυ Πλύντον: Μπριζόλα, ε; Οκ, τότε, μπριζόλα! Γύρνα τον μπρούμυτα βρε Μπίλυ!
Μπαράκο Μπάμια: Εμένα; Εμένα θα φάτε; ΒΟΗΘΕΙΑΑΑΑΑ ΒΟΗΘΕΙΑΑΑΑΑ
Ξύλαρυ Πλύντον: (ορμάει και του ξαναστουμπώνει το στόμα με ένα πανί κι αποπάνω κολλάει την ταινία) Εσένα βέβαια, τι νόμισες;
Μπαράκο Μπάμια: ΜΜΜΜΜ ΓΚΡΡΡΡΡ ΜΜΜΜΜ ΓΚΡΡΡΡΡ
Ξύλαρυ Πλύντον: Καλά, νομίζεις πως θα σε ακούσει κανείς; Μούγκριζε όσο θέλεις, αλλά θα σε έχουμε φάει πριν προλάβεις να πεις κύμινο!
Μπίλυ Πλύντον: Μήπως να του κάναμε μια ένεση με αναισθητικό;
Ξύλαρυ Πλύντον: Ενεση; Αστιεύεσαι μάλλον... Δεν βλέπεις πόσο αναίσθητος είναι; Με τί ψυχραιμία με αντιμετωπίζει και μετά με λέει και σκύλα; Θα τον κόβεις σιγά σιγά και μεθοδικά, όπως κόβεις το μουστάκι σου.
Μπίλυ Πλύντον: Μα... δεν έχω μουστάκι...
Ξύλαρυ Πλύντον: Ε, άμα είχες πώς θα το έκοβες; Ετσι ακριβώς.
Μπίλυ Πλύντον: Αμα είχα ΔΕΝ θα το έκοβα καθόλου!
Ξύλαρυ Πλύντον: Καλά, καλά, φέρε σε μένα το μαχαίρι, ο καλός λύκος κάνει τις δουλειές του μόνος του, το έμαθα κι αυτό.
Μπίλυ Πλύντον: Πάρτο Ξύλαρυ, αλλά εγώ θα πάω έξω... Θα λιποθυμήσω εδώ μέσα.
Ξύλαρυ Πλύντον: Πάντα δειλός και φοβιτσιάρης! Αν δεν πάταγα πόδι, ούτε ένα πόλεμο δεν θα μπορούσες να ξεκινήσεις. Στραβάδι!
Μόνικα Γκελούτσι: Εμένα με θέλετε τίποτ' άλλο; Να πάω κι εγώ έξω;
Ξύλαρυ Πλύντον: Σιγά που θα πας έξω! Να μου ξελογιάσεις ξανά το Μπίλυ μου; Ποτέ! Μέσα στην κουζίνα και γρήγορα! Μέσα είπα!
Μόνικα Γκελούτσι: ...μάλιστα, μάλιστα... μέσα... (φεύγει τρέμοντας)
Ξύλαρυ Πλύντον: Και τώρα τα δυο μας αγοράκι! Μπρούτζινο αγόρι, μιαμ μιαμ... (βγάζει την ταινία από το στόμα του Μπάμια και του κλείνει το στόμα με ένα φιλί)
Μπαράκο Μπάμια: ΜΜΜΜΜΜ Μμμμμμμ μμμμμμμμμμμμμμμμμμμμμμ
Ξύλαρυ Πλύντον: Είσαι και φιλήδονο παιδί, ε;
Μπαράκο Μπάμια: Σοβαρά τώρα, μεταξύ μας, στ' αλήθεια θα μπορούσες να με φας Ξύλαρυ;
Ξύλαρυ Πλύντον: Φυσικά και μπορώ να σε φάω! Μόνο που δεν θα το κάνω τώρα...
Μπαράκο Μπάμια: Πότε προβλέπεις;
Ξύλαρυ Πλύντον: Μετά τις εκλογές, μόλις τελειώσει αυτός ο βραχνάς, θα σε φάω, πίστεψέ το. Είδες πόσο εύκολο είναι, δεν είδες;
Μπαράκο Μπάμια: Ναι, το είδα ο βλάκας. Εσείς οι άσπροι έχετε τον τρόπο σας... Μα και η Μόνικα... Δεν περίμενα να είναι κι αυτή στο κόλπο.
Ξύλαρυ Πλύντον: Η Μόνικα το σκέφτηκε, αν θες να ξέρεις!
Μπαράκο Μπάμια: Για να βρεθεί ξανά με το Μπίλυ, ε;
Ξύλαρυ Πλύντον: Μπα, για να μου επιβεβαιώσει την αφοσίωσή της μάλλον.
Μπαράκο Μπάμια: Τώρα είναι στην κουζίνα; Μόνη;
Ξύλαρυ Πλύντον: Εσύ τι λες;
Μπαράκο Μπάμια: Είναι στην κουζίνα με το Μπίλυ!
Ξύλαρυ Πλύντον: Διάνα!
Μπαράκο Μπάμια: Και δεν σε πειράζει; Εσύ έκανες σαν τρελή τότε...
Ξύλαρυ Πλύντον: Ε, και; Εγώ παιδί μου είμαι γεννημένη ηθοποιός! Μετά την πολιτική λέω να πάω στο Χόλλυγουντ... Με μερικά τραβήγματα ακόμα, θα φαίνομαι εικοσπεντάρα.
Μπαράκο Μπάμια: Μαζί θα πάμε καλή μου! Θέλω και 'γω!
Ξύλαρυ Πλύντον: Ασε, μείνε καλύτερα στο Λευκό Οίκο με την οικογένειά σου.
Μπαράκο Μπάμια: Στο Λευκό Οίκο; Μα δεν είπες...
Ξύλαρυ Πλύντον: Ε, είπα ξείπα! Θα κάνεις ωραίο κοντράστ: Ασπρο - μαύρο!
Μπαράκο Μπάμια: Κι εσύ;
Ξύλαρυ Πλύντον: Τι “κι εγώ”; Βάλε με στην αντιπροεδρία.
Μπαράκο Μπάμια: Καλή ιδέα! Πώς δεν τη σκέφτηκα!
Ξύλαρυ Πλύντον: Τη σκέφτηκες, τη σκέφτηκες, από σένα την πήρα.
Μπαράκο Μπάμια: Από μένα; Είπα ποτέ τέτοιο πράγμα;
Ξύλαρυ Πλύντον: Είπες!
Μπαράκο Μπάμια: Καλά, αφού το λες εσύ... Τι θα γίνει όμως; Εχω λυσσάξει της πείνας!
Ξύλαρυ Πλύντον: Θα τηλεφωνήσω στο ντελίβερυ... Κάτσε όμως να σε λύσω πρώτα. Υπόσχεσαι να μη φύγεις;
Μπαράκο Μπάμια: Υπόσχομαι, υπόσχομαι!
Ξύλαρυ Πλύντον: (κόβει το σχοινί με το μαχαίρι) Αντε, τεντώσου τώρα να ξεμουδιάσεις!
Μπαράκο Μπάμια: Αααααχχχ... (τεντώνεται, σηκώνεται από τον καναπέ, δίνει ένα μεγάλο πήδο, περνάει το παράθυρο και χάνεται)
Ξύλαρυ Πλύντον: (μένει άναυδη) Τι αχαριστία! Και τι υποκρισία, Θέ μου! Αυτός δεν έλεγε ότι πεινούσε;

Μπαίνουν ο Μπίλυ με τη Μόνικα, που μαζεύει το φουστάνι της. Και οι δυο είναι κατακόκκινοι και κοιτάζουν χαμηλά.

Μπίλυ Πλύντον: Τι έγινε αγάπη μου; έφυγε ο κανίβαλος;
Ξύλαρυ Πλύντον: Εφυγε σαν κυνηγημένος! Μα να μην έχει την παραμικρή αίσθηση χιούμορ... Να διαθέτει, έστω, μια σταλίτσα τρέλα! Μένω έκπληκτη! Και θέλει να γίνει και Πρόεδρος!
Μπίλυ Πλύντον: Ε, δεν είναι όλοι σαν το Μπιλούκο σου, ε; Ελα, δώσε ένα φιλάκι -ξέρεις πού.
Ξύλαρυ Πλύντον: Δεν σε περιποιήθηκε αρκετά η Μόνικα; Θα την απολύσω!
Μπίλυ Πλύντον: Οχι, όχι, μη... Πολύ καλή είναι, αλλά είναι λίγο ξενερέ κι εμένα μου αρέσουν τα άγρια θηλυκά... χαχαχαχαχα
Ξύλαρυ Πλύντον: Σαν και μένα λατρεία μου;
Μπίλυ Πλύντον: Ναι, ναι, ναι! Ναι, που να πάρει και να σηκώσει! Τι λες; Θα τον φάμε τον Μπάμια;
Ξύλαρυ Πλύντον: Πως, πως.. σίγουρα θα τον φάμε, αλλά στις επόμενες εκλογές... Κράτα την όρεξή σου. Η παράταξή μας θα μείνει στην εξουσία τουλάχιστον τέσσερις τετραετίες στη σειρά.
Μπίλυ Πλύντον: Αφού το λες εσύ καρδιά μου...
Ξύλαρυ Πλύντον: Και θα είμαι εγώ πρόεδρος και στις τέσσερις...
Μπίλυ Πλύντον: Αφού το λες... ό,τι πεις...
Ξύλαρυ Πλύντον: ...γιατί και τώρα που θα με κάνει αντιπρόεδρο ο Μπάμιας, τι νομίζεις; Εκείνος θα αποφασίζει; Αυτός θα παίζει με την οικογένεια στο γρασίδι... Εγώ θα είμαι ουσιαστικά Η πρόεδρος!
Μπίλυ Πλύντον: Ναι, ναι.. ό,τι πεις...
Ξύλαρυ Πλύντον: ...και θα κάνω κάτι πολεμούκους, μα κάτι πολεμούκους... Ολο τον κόσμο θα τον ανακατέψω λέμε! Ακούς Μπίλυ; Αυτό θα πει Εξουσία!
Μπίλυ Πλύντον: ...ότι πεις... ό,τι πεις... (φωνάζει τη Μόνικα) Μόνικα!
Ξύλαρυ Πλύντον: Τι τη θέλεις αυτή πάλι; Δεν είπαμε πως είναι νιάνιαρο; Ενώ εγώ... Εγώ θα σε κάνω πλούσιο Μπίλυ μου!
Μπίλυ Πλύντον: Είπαμε, είπαμε... (στρέφει προς τη Μόνικα) Μόνικα, καλό μου, πάρε να φέρουν μερικές πίτσες, πεινάσαμε... Α! Κι άμα δεν έχουν παιδί εύκαιρο, τηλεφώνησε στον ψυχίατρό μας να τις φέρει... Ξέρεις εσύ...
Μόνικα Γκελούτσι: (ψιθυριστά) Πάλι έπαθε κρίση μεγαλομανίας; Τρέχω να τηλεφωνήσω... Μείνε ήσυχος Μπίλυ μου...
Ξύλαρυ Πλύντον: ...και θα παραγγείλω κάτι όπλα, μα κάτι όπλα! Σκόνη θα τους κάνω τους κινέζους λέμε! Σκόνη! Οι ινδοί νομίζεις θα γλιτώσουν; Αμ, η Αφρική; Να ξεφυτρώσει κάνας άλλος Μπάμιας από κει πέρα; Μωρέ τι μας λες! Σκό-νη! Σα-χά-ρα!
Μπίλυ Πλύντον: ...ό,τι πεις.. εσύ ξέρεις μωρό μου...
Ξύλαρυ Πλύντον: Και μη με λες μωρό! Μη τολμήσεις να με ξαναπείς μωρό! Μπούλη!

Κι έτσι, έμειναν νηστικοί εκείνο το βράδυ. Μόνο ο Μπαράκο βρήκε κάτι μπάμιες στο ψυγείο του και τις χλαπάκιασε όλες. Οι άλλοι τρεις συνόδεψαν τη Ξύλαρυ στο ψυχιατρείο, όπου, μαζί με τον προσωπικό της ψυχολόγο, προσπαθούσαν ως το πρωΐ να την ηρεμήσουν. Τα υπόλοιπα τα έδειξαν στις ειδήσεις.

(οι διάλογοι είναι αληθινοί, τους άκουσα με τα ίδια μου τα αφτιά)

3 σχόλια:

zalmoxis είπε...

Έχουμε να δούμε "έγχρωμους" ("αράπικους" που θα έλεγε η Ξύλαρυ Πλύντον) βομβαρδισμούς...

Rodia είπε...

..έχω πάντως ένα δυσάρεστο συναίσθημα, νοιώθω κάτι ακατανόητο γύρω από αυτόν τον άνθρωπο..
(θα φτάσει άραγε ως το Νοέμβρη; θα δείξει)

pølsemannen είπε...

!!!!!!!!!!

Είτε με τον "τηγανηταί πατάται" Mc Cain είτε με τον Μπάμια (Μα έχετε αποδείξεις ; ) και την Πλύντον αντιπρόεδρο, η εξωτερική πολιτική των ΗΠΑ δεν θα μεταβληθεί σημαντικά, ακόμα και αν αποχωρήσουν τα στρατεύματα από το Ιράκ λόγω αυξημένου κόστους...