Η χτεσινή μέρα ξεκίνησε πολύ νωρίς.
Πήρα το λεωφορείο κατά τις 8:00, αφού άκουσα προσεκτικά (ας μπορούσα να κάνω κι αλλιώς!) τη γκρίνια μιας κυρίας που περίμενε στη στάση μαζί μου «μα γιατί δεν έρχεται ακομα» και «γιατί δεν πυκνώνουν τα δρομολόγια» και άλλα τέτοια.
Το λεωφορείο ήρθε καθυστερημένο κατά ένα τέταρτο περίπου. Μπήκαμε. Εμείς οι δυο είμασταν μονάχα. Δυο γυναίκες άγνωστες μεταξύ μας, αν και γειτόνισσες.
Δεν είχαμε απομακρυνθεί ούτε 100 μέτρα από τη στάση και βρεθήκαμε μπροστά σε ένα ανυπέρβλητο εμπόδιο: ένα φορτηγάκι τύπου βαν ήταν σταματημένο μπροστά στο σουβλατζίδικο της γειτονιάς, η πόρτα του ήταν ανοιχτή, οδηγός πουθενά. Υπόψη ότι το σουβλατζίδικο είναι γωνιακό και το φορτηγάκι παρκαρισμένο ακριβώς στη γωνία, που σημαίνει έκλεινε όλα τα περάσματα, σαν τον Κολοκοτρώνη στα Δερβενάκια περίπου, μια κι εμείς οι επιβάτες είχαμε γίνει τούρκοι!
Η οδηγός του λεωφορείου (ναι, γυναίκα ήταν, μια χαρά κοπέλα) άρχισε να βρίζει και «πάτα κλάξον» της λέει ένας κύριος, «να πατήσω, και τι έγινε;» απαντάει, αλλά πατάει. Μαζί με το κλάξον του λεωφορείου αρχίζουν να παίζουν το κλάξον τους όλα τα αυτοκίνητα που είχαν μαζευτεί εντωμεταξύ πίσω μας (μια κανονική κλαξονική ορχήστρα!) αλλά ο οδηγός του βαν άφαντος εξακολουθητικά. Κάποια στιγμή, μετά από κάνα δεκάλεπτο, εμφανίζεται στο προσκήνιο ο τενόρος, ένας χοντρούλης που αρχίζει να αδειάζει καφάσια με μπύρες από το φορτηγάκι, και ο βαρύτονος, ένας άλλος χοντρούλης που φέρνει άδεια καφάσια και τα ακουμπάει στο πάτωμα του βαν. Η πριμαντόνα είχε ξεσκιστεί στις κορώνες, οι άλλοι τραγουδιστές όμως κάναν το ψάρι (νότα δεν τους έβγαζες ούτε με το τσιγγέλι) και μείς οι θεατές, αν δεν είχαμε δουλειές να μας περιμένουν, θα χειροκροτούσαμε ευχαρίστως το υπερθέαμα!
Καμιά φορά μπαίνει ο πρώτος χοντρούλης στη θέση του οδηγού και το βάζει μπρος σα να μη τρέχει κάστανο, ξεκινά και το λεωφορείο μας και, μετά από δέκα μέτρα (μιλάμε για δυο με τρία μήκη αυτοκινήτων) υπήρχε μια θεσάρα να, με το συμπάθειο! «Γιατί δεν το έβαζε εδωνά ο χριστιανός;» λέει μια κυρία και «γιατί θα έπρεπε να τα κουβαλήσει δέκα μέτρα παραπάνω» απαντά ένας νεαρός, «μα, να μη κάνει ούτε ένα σήμα με το χέρι, να ζητήσει συγγνώμη», προσθέτει μια άλλη κυρία και «πού ζείτε, κυρία μου;» τη ρωτά ρητορικώς ένας άλλος κύριος «εδώ είναι Ελλάδα και ο καθένας κάνει ό,τι γουστάρει» και'γώ λέω στην κυρία που περιμέναμε μαζί στη στάση «να γιατί αργεί το λεωφορείο!» και μου σκάει ένα χαμόγελο μέχρι τα αυτιά, μόνο που δεν είμαι σίγουρη αν απευθυνόταν προς εμένα ή προς το νεαρό που της πρόσφερε τη θέση του.
Με καθυστέρηση είκοσι λεπτών περίπου, -τόσο είναι συνήθως το "μισό λεπτάκι" όσων σταθμεύουν στη μέση του δρόμου- έφτασα στον προορισμό μου, που ήταν μια στάση του Μετρό. Μπήκα στο Μετρό, αλλά όταν πλησίαζε στη στάση που ήθελα να κατέβω ακούστηκε μια αναγγελία που έλεγε ότι στη στάση εκείνη γινόντουσαν έργα και το Μετρό δεν θα σταματούσε. Μάλιστα. Την κάτσαμε τη βάρκα, γιατί σε εκείνη τη στάση είχα δώσει ραντεβού με ένα μάστορα να πάμε να δούμε κάτι υλικά. Ευτυχώς, είχα το κινητό μαζί μου, μια μπακατέλα, μιλάμε για αρχαίο κινητό, τη δουλειά του πάντως την έκανε κι έτσι ενημέρωσα και ήρθε ο μάστορας να με παραλάβει από την επόμενη στάση.
Η συνεργασία μας τελείωσε μετά από κάμποσες ώρες, τα υλικά ήταν εξαιρετικά και είχα μείνει κατάπληκτη για το πόσο όμορφα πράγματα κυκλοφορούν στον κόσμο, κι έτσι χάζευα κι όλο ρωτούσα και συνδύαζα χρώματα κι όλο άλλαζα άποψη και ο μάστορας κόντευε να τα παίξει, αλλά το κοντύλι της παραγγελίας ήταν αρκετά σεβαστό και δεν με διαολόστειλε, μάλλον το αντίθετο συνέβη. Απόδειξη, το υπέροχο σαξόφωνο που άκουσα να παίζει ένας τύπος σε μια στάση του Μετρό της επιστροφής. Ο σαξοφωνίστας δεν φαινόταν μόνο ο υπέροχος ήχος ακουγόταν δυνατά και καθαρά. Τόσο υπέροχος που, αν δεν ήμουν λιώμα από κούραση και ζέστη και δεν πείναγα κιόλας, θα κατέβαινα να πάρω τον επόμενο συρμό για να δω τον καλλιτέχνη και να τον ακούσω καλύτερα.
Ηταν νωρίς απογεματάκι, όταν επέστρεψα τελικά σπίτι. Αδειάζω τσέπες, το κινητό νεκρό. Μέχρι τώρα το έχω στο φορτιστή και δε λέει να πάρει μπρος. Αύριο το πρωί λες; Ιδωμεν. Πάντως, άλλο κινητό δεν ψωνίζω.
Αφού ξεκουράστηκα κι έφαγα, πήγα και πότισα τον κήπο της μάνας μου κι άκουσα και τα σχολιανά μου για το λάστιχο που πρέπει να το κάνω έτσι κι αλλιώς και όχι έτσι κι αλλιώτικα και να κλείνω πρώτα τη βρύση του λάστιχου και μετά τη γενική βρύση του κήπου και να μη ξεχάσω να τηλεφωνήσω στο συνεργείο να πάει να ενεργοποιήσει το αυτόματο πότισμα και και και... και έφυγα και ξαναγύρισα σπίτι και άνοιξα τον υπολογιστή μου να στανιάρω. Ακουσα μπόλικο radiobbuble, είχε κάτι φανταστικές εκπομπές χτες -οι άτιμοι παραγωγοί ανεβάζουν τα καλύτερα όταν λείπω, θα λείπω συχνότερα λέμε!- απίστευτα καλές ήταν ή έτσι μου φάνηκαν, ποιος ξέρει...
Α! μέσα σε όλα, ανακάλυψα ένα μαγαζάκι που πουλάει υλικά παλιά για πικάπ και τέτοια, διάφορα χρήσιμα εξαρτηματάκια και μη ρωτήσετε πού ακριβώς βρίσκεται όσο θα κατευθύνεστε προς τα εκεί γιατί πιθανότατα θα σας πουν ότι «α, αυτός πάει, έκλεισε!» να μη πιστέψετε κανέναν και να πάτε κατευθείαν στη διεύθυνση που γράφει η κάρτα του (βλ. εικόνα, κάνε κλικ να τη δεις μεγαλύτερη) και καλά ψώνια! Αυτό που ψώνισα ήταν ένα εξαρτηματάκι για να βάζω μικρούς δίσκους βινυλίου στο πικάπ όταν τους λείπει το κεντρικό κομμάτι. Εχει απόλα, όλα τα σφάζω όλα τα μαχαιρώνω ο τύπος, ένα μαγαζάκι απολύτως απαραίτητο λέμε. Σε επόμενο ποστ θα αποκαλύψω και άλλο ένα μαγαζάκι με αξιόπιστα ηλεκτρονικά, που ανακάλυψα σε μια γειτονιά της πρωτεύουσας. Τελικά τα "καλά μαγαζά" πουλάν ακριβά επειδή πληρώνουν μόστρα και έχουν ψηλά νοίκια. Ετσι φαίνεται.
Πήρα το λεωφορείο κατά τις 8:00, αφού άκουσα προσεκτικά (ας μπορούσα να κάνω κι αλλιώς!) τη γκρίνια μιας κυρίας που περίμενε στη στάση μαζί μου «μα γιατί δεν έρχεται ακομα» και «γιατί δεν πυκνώνουν τα δρομολόγια» και άλλα τέτοια.
Το λεωφορείο ήρθε καθυστερημένο κατά ένα τέταρτο περίπου. Μπήκαμε. Εμείς οι δυο είμασταν μονάχα. Δυο γυναίκες άγνωστες μεταξύ μας, αν και γειτόνισσες.
Δεν είχαμε απομακρυνθεί ούτε 100 μέτρα από τη στάση και βρεθήκαμε μπροστά σε ένα ανυπέρβλητο εμπόδιο: ένα φορτηγάκι τύπου βαν ήταν σταματημένο μπροστά στο σουβλατζίδικο της γειτονιάς, η πόρτα του ήταν ανοιχτή, οδηγός πουθενά. Υπόψη ότι το σουβλατζίδικο είναι γωνιακό και το φορτηγάκι παρκαρισμένο ακριβώς στη γωνία, που σημαίνει έκλεινε όλα τα περάσματα, σαν τον Κολοκοτρώνη στα Δερβενάκια περίπου, μια κι εμείς οι επιβάτες είχαμε γίνει τούρκοι!
Η οδηγός του λεωφορείου (ναι, γυναίκα ήταν, μια χαρά κοπέλα) άρχισε να βρίζει και «πάτα κλάξον» της λέει ένας κύριος, «να πατήσω, και τι έγινε;» απαντάει, αλλά πατάει. Μαζί με το κλάξον του λεωφορείου αρχίζουν να παίζουν το κλάξον τους όλα τα αυτοκίνητα που είχαν μαζευτεί εντωμεταξύ πίσω μας (μια κανονική κλαξονική ορχήστρα!) αλλά ο οδηγός του βαν άφαντος εξακολουθητικά. Κάποια στιγμή, μετά από κάνα δεκάλεπτο, εμφανίζεται στο προσκήνιο ο τενόρος, ένας χοντρούλης που αρχίζει να αδειάζει καφάσια με μπύρες από το φορτηγάκι, και ο βαρύτονος, ένας άλλος χοντρούλης που φέρνει άδεια καφάσια και τα ακουμπάει στο πάτωμα του βαν. Η πριμαντόνα είχε ξεσκιστεί στις κορώνες, οι άλλοι τραγουδιστές όμως κάναν το ψάρι (νότα δεν τους έβγαζες ούτε με το τσιγγέλι) και μείς οι θεατές, αν δεν είχαμε δουλειές να μας περιμένουν, θα χειροκροτούσαμε ευχαρίστως το υπερθέαμα!
Καμιά φορά μπαίνει ο πρώτος χοντρούλης στη θέση του οδηγού και το βάζει μπρος σα να μη τρέχει κάστανο, ξεκινά και το λεωφορείο μας και, μετά από δέκα μέτρα (μιλάμε για δυο με τρία μήκη αυτοκινήτων) υπήρχε μια θεσάρα να, με το συμπάθειο! «Γιατί δεν το έβαζε εδωνά ο χριστιανός;» λέει μια κυρία και «γιατί θα έπρεπε να τα κουβαλήσει δέκα μέτρα παραπάνω» απαντά ένας νεαρός, «μα, να μη κάνει ούτε ένα σήμα με το χέρι, να ζητήσει συγγνώμη», προσθέτει μια άλλη κυρία και «πού ζείτε, κυρία μου;» τη ρωτά ρητορικώς ένας άλλος κύριος «εδώ είναι Ελλάδα και ο καθένας κάνει ό,τι γουστάρει» και'γώ λέω στην κυρία που περιμέναμε μαζί στη στάση «να γιατί αργεί το λεωφορείο!» και μου σκάει ένα χαμόγελο μέχρι τα αυτιά, μόνο που δεν είμαι σίγουρη αν απευθυνόταν προς εμένα ή προς το νεαρό που της πρόσφερε τη θέση του.
Με καθυστέρηση είκοσι λεπτών περίπου, -τόσο είναι συνήθως το "μισό λεπτάκι" όσων σταθμεύουν στη μέση του δρόμου- έφτασα στον προορισμό μου, που ήταν μια στάση του Μετρό. Μπήκα στο Μετρό, αλλά όταν πλησίαζε στη στάση που ήθελα να κατέβω ακούστηκε μια αναγγελία που έλεγε ότι στη στάση εκείνη γινόντουσαν έργα και το Μετρό δεν θα σταματούσε. Μάλιστα. Την κάτσαμε τη βάρκα, γιατί σε εκείνη τη στάση είχα δώσει ραντεβού με ένα μάστορα να πάμε να δούμε κάτι υλικά. Ευτυχώς, είχα το κινητό μαζί μου, μια μπακατέλα, μιλάμε για αρχαίο κινητό, τη δουλειά του πάντως την έκανε κι έτσι ενημέρωσα και ήρθε ο μάστορας να με παραλάβει από την επόμενη στάση.
Η συνεργασία μας τελείωσε μετά από κάμποσες ώρες, τα υλικά ήταν εξαιρετικά και είχα μείνει κατάπληκτη για το πόσο όμορφα πράγματα κυκλοφορούν στον κόσμο, κι έτσι χάζευα κι όλο ρωτούσα και συνδύαζα χρώματα κι όλο άλλαζα άποψη και ο μάστορας κόντευε να τα παίξει, αλλά το κοντύλι της παραγγελίας ήταν αρκετά σεβαστό και δεν με διαολόστειλε, μάλλον το αντίθετο συνέβη. Απόδειξη, το υπέροχο σαξόφωνο που άκουσα να παίζει ένας τύπος σε μια στάση του Μετρό της επιστροφής. Ο σαξοφωνίστας δεν φαινόταν μόνο ο υπέροχος ήχος ακουγόταν δυνατά και καθαρά. Τόσο υπέροχος που, αν δεν ήμουν λιώμα από κούραση και ζέστη και δεν πείναγα κιόλας, θα κατέβαινα να πάρω τον επόμενο συρμό για να δω τον καλλιτέχνη και να τον ακούσω καλύτερα.
Ηταν νωρίς απογεματάκι, όταν επέστρεψα τελικά σπίτι. Αδειάζω τσέπες, το κινητό νεκρό. Μέχρι τώρα το έχω στο φορτιστή και δε λέει να πάρει μπρος. Αύριο το πρωί λες; Ιδωμεν. Πάντως, άλλο κινητό δεν ψωνίζω.
Αφού ξεκουράστηκα κι έφαγα, πήγα και πότισα τον κήπο της μάνας μου κι άκουσα και τα σχολιανά μου για το λάστιχο που πρέπει να το κάνω έτσι κι αλλιώς και όχι έτσι κι αλλιώτικα και να κλείνω πρώτα τη βρύση του λάστιχου και μετά τη γενική βρύση του κήπου και να μη ξεχάσω να τηλεφωνήσω στο συνεργείο να πάει να ενεργοποιήσει το αυτόματο πότισμα και και και... και έφυγα και ξαναγύρισα σπίτι και άνοιξα τον υπολογιστή μου να στανιάρω. Ακουσα μπόλικο radiobbuble, είχε κάτι φανταστικές εκπομπές χτες -οι άτιμοι παραγωγοί ανεβάζουν τα καλύτερα όταν λείπω, θα λείπω συχνότερα λέμε!- απίστευτα καλές ήταν ή έτσι μου φάνηκαν, ποιος ξέρει...
Α! μέσα σε όλα, ανακάλυψα ένα μαγαζάκι που πουλάει υλικά παλιά για πικάπ και τέτοια, διάφορα χρήσιμα εξαρτηματάκια και μη ρωτήσετε πού ακριβώς βρίσκεται όσο θα κατευθύνεστε προς τα εκεί γιατί πιθανότατα θα σας πουν ότι «α, αυτός πάει, έκλεισε!» να μη πιστέψετε κανέναν και να πάτε κατευθείαν στη διεύθυνση που γράφει η κάρτα του (βλ. εικόνα, κάνε κλικ να τη δεις μεγαλύτερη) και καλά ψώνια! Αυτό που ψώνισα ήταν ένα εξαρτηματάκι για να βάζω μικρούς δίσκους βινυλίου στο πικάπ όταν τους λείπει το κεντρικό κομμάτι. Εχει απόλα, όλα τα σφάζω όλα τα μαχαιρώνω ο τύπος, ένα μαγαζάκι απολύτως απαραίτητο λέμε. Σε επόμενο ποστ θα αποκαλύψω και άλλο ένα μαγαζάκι με αξιόπιστα ηλεκτρονικά, που ανακάλυψα σε μια γειτονιά της πρωτεύουσας. Τελικά τα "καλά μαγαζά" πουλάν ακριβά επειδή πληρώνουν μόστρα και έχουν ψηλά νοίκια. Ετσι φαίνεται.
5 σχόλια:
Καλημέρα Ροδούλα! Είναι υπέροχο το πρωινό στο Σουφλί.
ΥΓ Ποτέ μου δεν είχα βινύλια, γιατί ήταν βαριά. Πάντα είχα κασσέτες και μάλιστα τις απαραίτητες. Γιατί πάντα μετακόμιζα. Πράμα που συνεχίζω να κάνω.
Βυνίλιο
Η μεγάλη αγάπη
Αλλαξα τον σουπερ ενισχυτή και έβαλα τον παλιό γιατί δεν είχε phono είσοδο και όταν έπαιζε δίσκο ήταν σαν γιαπωνέζικο σύνθι...
Όσο για τα λοιπά...Ιστορίες καθημερινής τρέλας στην Ελλάδα
~~0comments, γεια σου φίλε μου :)
Εχω υπέροχες αναμνήσεις από Σουφλί!
..για πες.. ξέρεις να υπάρχει τρόπος μετατροπής κασέτας σε ΜΡ3;
~~Πολύκαρπε, σε καταλαβαίνω. Πράγματι, μεγάλο κόλλημα το βινύλιο! :)
-->> ο βακελίτης (δίσκοι 72 στροφών) είναι ακόμα πιο βαρύς!
Καλησπέρα Ροδιά, απίστευτος ο τρόπος που περιέγραψες με χιούμορ όλη αυτή την περιπέτεια, χαράς την υπομονή σου!
Όσο για την κάρτα, θα την κατεβάσω, έχω ένα φιλαράκι που ασχολείται και ίσως του χρειαστεί
Όσες κασέτες (εκπομπές κ.λπ) θέλησα να μετατρέψω σε mp3 τις πέρασα πρώτα σ' ένα σιντί, από το κασσετόφωνο, με ένα παλιό σιντί ρικόρντερ και μετά στο πισί. Νομίζω όμως πως τώρα μπορεί να περάσεις τον αναλογικό ήχο κατευθείαν στο πισί, συνδέοντας το στέρεο στην κάρτα ήχου σου. Δε με χρειάστηκε και δεν το έψαξα, να σε πω.
Φιλιά
Δημοσίευση σχολίου