Ετσι ακριβώς είναι, ρωτάτε και μένα. Την τσικνοπέμπτη, σύμφωνα με την παράδοση, "τσικνίζουν τα γάλατα". Δηλαδή, χρησιμοποιούμε για τη διατροφή μας γάλα και τα προϊόντα του: τυριά, γιαούρτι, φαγητά και γλυκά που περιέχουν γαλακτοκομικά προϊόντα, όπως π.χ. κρεμούλες, γαλατόπιττες, τυρόπιττες, κλπ. Τα παλιά χρόνια -όχι και πάρα πολύ παλιά, λίγο πριν την εποχή της αντιπαροχής- οι γειτονιές μοσχοβολούσαν μοσχοκάρυδο, κανέλλα και γαρύφαλλο, τα μπαχαρικά που ατονούν τη γαλατίλα -την τσίκνα δλδ.
Η τσίκνα (από όπου το όνομα της μέρας "τσικνοπέμπτη") είναι η μυρωδιά του βρασμένου γάλατος, δεν είναι η κνίσσα του ψημένου κρέατος. Υπάρχει διαφορά. Αυτά, βέβαια, θα πείτε πως είναι "ψιλά γράμματα"... Ε, για τούτο τα γράφω, να τα μεγαλώσω λιγουλάκι!
Αλλες χρονιές έσιαχνα γαλατομπούρεκο, έχω και μια ωραία συνταγή για όποιον ενδιαφέρεται. Γιατί και πώς αντικατέστησαν τη λέξη τσίκνα με τη λέξη κνίσσα, δεν ξέρω ακριβώς. Υποψιάζομαι μια κόντρα χασάπηδων εναντίον γαλατάδων και το ποιος νίκησε καθρεφτίζεται στην αγραμματοσύνη μας!
..ίσως και στη λαιμαργία μας..
Η τσίκνα (από όπου το όνομα της μέρας "τσικνοπέμπτη") είναι η μυρωδιά του βρασμένου γάλατος, δεν είναι η κνίσσα του ψημένου κρέατος. Υπάρχει διαφορά. Αυτά, βέβαια, θα πείτε πως είναι "ψιλά γράμματα"... Ε, για τούτο τα γράφω, να τα μεγαλώσω λιγουλάκι!
Αλλες χρονιές έσιαχνα γαλατομπούρεκο, έχω και μια ωραία συνταγή για όποιον ενδιαφέρεται. Γιατί και πώς αντικατέστησαν τη λέξη τσίκνα με τη λέξη κνίσσα, δεν ξέρω ακριβώς. Υποψιάζομαι μια κόντρα χασάπηδων εναντίον γαλατάδων και το ποιος νίκησε καθρεφτίζεται στην αγραμματοσύνη μας!
..ίσως και στη λαιμαργία μας..
3 σχόλια:
Ενδιαφέρον...
Μολαταύτα, την κατάρα του Μεγάλου Σουβλακέως ΔΕΝ την γλιτώνετε!
+Σουβλομετανοείτε+
Πού το διάβασες αυτό; Η Τσιονοπέμπτη γιορτάζονταν από την αρχαιότητα ακόμα -δε θυμάμαι τώρα το όνομά- επειδή έτρωγαν για τελευταία φορά κρέατα πριν από την Απο-Κρέω.
Δεν το διάβασα Δείμε, το έζησα :)
Μια απάντηση που έστειλε ένας φίλος:
«Η λέξη "τσίκνα" είναι διφορούμενη ετυμολογικά. Η Ροδιά ακολουθεί την ετυμολογία από το ρ. εξ-ικμάζω, εξ- ικμώ που σημαίνει αναδίδω, η οσμή που βγάζω και πράγματι αναφέρεται στη μυρωδιά του γάλακτος. Όμως, ο λαός μας αποδέχεται τη δεύτερη ερμηνεία: κνίσα (=η μυρωδιά του καιόμενου κρέατος, που ευφραίνει τους θεούς στον ουρανό), με αντιμετάθεση τρέπεται σε κνίτσα και ακολούθως με αντιμεταχώρηση των συλλαβικών διφθόγγων σε τσίκνα»
Δημοσίευση σχολίου