Ενα πρωινό, μόλις ξύπνησε, άνοιξε τα μάτια και κοίταξε το ταβάνι. Εκείνην ακριβώς τη στιγμή, ξεκόλλησε ένα κομμάτι σοβά, μεταμορφώθηκε σε άσπρο πουλί και άρχισε να πετά μέσα στο δωμάτιο. Η κοπέλλα βιάστηκε να σηκωθεί, άνοιξε το παράθυρο, έδιωξε το πουλί και πήγε στην κουζίνα για καφέ. Μόλις άνοιξε την καφετιέρα, ένα καφετί πουλί ξεπήδησε από μέσα κι άρχισε να φτερουγίζει γύρω γύρω πάνω από το κεφάλι της. Ανοιξε το παράθυρο της κουζίνας κι έδιωξε το πουλί. Πήγε στο λουτρό, χωρίς να πιει καφέ, κι όπως κοίταζε τα πράσινα πλακάκια που καθρεφτιζόντουσαν πίσω της, ένα πρασινωπό πουλί ξεφύτρωσε από μέσα τους κι άρχισε να κόβει βόλτες στον περιορισμένο χώρο της μπανιέρας. Η κοπέλλα σκέφτηκε «παλιά μου τέχνη κόσκινο» κι άνοιξε το παραθυράκι του φωταγωγού για να φύγει το πουλί. Εκείνο, δίστασε για λίγο και μετά χάθηκε κρώζοντας. Ηταν ένα πουλί μεγαλούτσικο και σίγουρα θα δυσκολεύτηκε να βρει διέξοδο προς τον ουρανό. Η κοπέλλα πλύθηκε, έλουσε και τα μαλλιά της, και ξαναγύρισε στο υπνοδωμάτιο για να ντυθεί. Οπως άνοιγε τη ντουλάπα και κοίταζε τα ρούχα της για να διαλέξει τί να φορέσει, δεκάδες πουλιά βγήκαν με ορμή από τη ντουλάπα πεταρίζοντας σαν τρελλά, σαν να είχαν γλιτώσει μόλις από μια στενάχωρη φυλακή. Το παράθυρο είχε μείνει ευτυχώς ανοιχτό, κι έτσι τα πουλιά έφευγαν προς τα έξω χωρίς να καταβάλλει προσπάθεια να τα διώξει. Διάλεξε ένα συνολάκι φούξια -παντελόνι, μπλούζα- και το φόρεσε, ενόσω τα πουλιά συνέχιζαν να βγαίνουν, να πετούν προς το παράθυρο και να χάνονται στον ουρανό του ακάλυπτου χώρου της πολυκατοικίας. Μόλις ντύθηκε, έκλεισε τη ντουλάπα, έκλεισε και το παράθυρο, βγήκε από το υπνοδωμάτιο και πήγε στο καθιστικό του μικρού της διαμερίσματος, να πάρει την τσάντα της να πάει στη δουλειά της. Τα πουλιά που ξεφύτρωναν από ταβάνια και τοιχους, από πλακάκια και ντουλάπες, από καφετιέρες και κατσαρολικά, δεν την ξάφνιαζαν πλέον. Παρατήρησε ότι ήταν σαν να δημιουργούσε το βλεμμα της τα πουλιά από το τίποτα, γιατί όταν δεν κοίταζε πουθενά -ή μάλλον, όταν είχε τα μάτια κλειστά- πουλιά δεν φανερωνόντουσαν. Ετσι ένοιωθε, τουλάχιστον, μια και, με κλειστά μάτια δε γινόταν να βλέπει τί συνέβαινε γύρω της. Η κοπέλλα ξεκίνησε για τη δουλειά της, ήταν ψιλοαργοπορημένη κιόλας εξαιτίας των πουλιών, με γρήγορο βηματισμό, έτρεχε σχεδόν και, όπως έτρεχε, χιλιάδες πολύχρωμα πουλιά στροβιλιζόντουσαν γύρω της. Αλλα ξεπρόβαλλαν από τις δεντροστοιχίες, άλλα ξεφύτρωναν από τις πλάκες των πεζοδρομίων, άλλα όρμαγαν απο τις βιτρίνες των μαγαζιών, άλλα ξεκόλλαγαν από τους τοίχους των πολυκατοικιών, άλλα φανερωνόντουσαν ξεσκίζοντας τις λαμαρίνες των αυτοκινήτων. Τα πουλιά είχαν κατακλύσει τη μικρή της γειτονιά, στη στάση του λεωφορείου γέμιζαν τις ταμπέλες, μυριάδες άραζαν πάνω στα κάγκελα των παρτεριών. Η κοπέλα ήταν αδύνατο να κλείνει τα μάτια για να μη ξεφυτρώνουν πουλιά, φοβόταν μη σκοντάψει. Το θέμα των πουλιών έγινε πρώτη είδηση στη μικρή πόλη, ο Δήμαρχος έστειλε πρώτα την Πυροσβεστική και μετά έκανε έκκληση στο στρατό να έρθει να βοηθήσει, η κυβέρνηση κήρυξε τον τόπο αυτόν ως "εκτάκτου ανάγκης" και ζήτησε βοήθεια από διάφορους ειδικούς, καθώς και από τα γειτονικά κράτη. Οσο κυκλοφορούσε όμως η κοπέλα -κι όσο είχε τα μάτια της ανοιχτά, εννοείται- τα πουλιά δεν λέγαν να πάψουν να εμφανίζονται. Το ευτύχημα ήταν πως κανείς δεν σκέφτηκε να ταυτίσει την κοπέλα με την παρουσία των πουλιών, κανείς δεν θα μπορούσε να το αντιληφθεί -εκτός αν το απεκάλυπτε η ίδια- και η κοπέλα δεν ήταν τόσο κουτή ώστε να θελήσει να συγκεντρώσει πάνω της τα πυρά όλης της κοινωνίας του τόπου της. Τα βράδια, όταν η κοπέλα πήγαινε για ύπνο κι έκλεινε τα μάτια, τα πουλιά εξαφανιζόντουσαν. Μια χειμωνιάτικη νύχτα όμως, η κοπέλα είχε αϋπνίες. Εκανε κρύο, τα παράθυρα ήταν κλειστά. Το πρωί βρέθηκε νεκρή στο υπνοδωμάτιό της, πνιγμένη ανάμεσα σε χιλιάδες μαύρα πουλιά, που της είχαν κόψει την ανάσα. Τα πουλιά είχαν κι αυτά ψοφήσει, είχαν σκάσει από ασφυξία -τόσα πολλά, στοιβαγμένα σε ένα τόσο μικρό χώρο...
Γραφτηκε χτες εδω και μεταφερθηκε με μικρες διορθωσεις.
___________________________
photo from: http://www.lauraalejo.com/index.php?/prjects-print/birds/
3 σχόλια:
Ανατριχιαστικό και υπέροχο συνάμα...
Μια ιδεα ειναι...
Θα μπορουσα να ξεκινησω την ιστορια ρομαντικα, με την κοπελα να καθεται τα βραδια στη βεραντα και τα ματια της να αναγκαζουν το σκοταδι να γεννα μαυρα πουλια, να σχιζουν τον αερα με τα κορακισια τους φτερα... ή να κοιταζει το φεγγαρακι κι απο τα σπλαχνα του να βγαινουν ασημενια πουλια, να ζαλιζουν με τα τσαλιμια των γυαλιστερων τους φτερων... ή να καθεται στην παραλια και να βλεπει το κυμα να γενναει γαλάζια κι ασπρα πουλια, να πετουν ψηλα και να την προστατευουν απο τον καφτερο ηλιο... κλπ κλπ
Σκεψου και τη φαση του γραφειου: τι συμβαινει οταν η κοπελα μπαινει στο γραφειο της να δουλεψει!!! χαχαχα
Πουλια να ξεφυτρωνουν απο υπολογιστες, απο οθονες, ποντικια, πληκτρολογια...
Χίλια πουλιά ανοίγουν τα φτερά τους
τα όνειρα μας φεύγουν μαζί τους μακρυά
τα χρόνια πέταξαν κι αυτά,
από παράθυρα ανοιχτά ...
Δημοσίευση σχολίου