Μετά την οικονομική κρίση, ως απάντηση στον Πανικό του 1907, ο Τέντυ Ρούσβελτ έκανε μια μετατροπή στον Νόμο δημιουργώντας κάτι που ονομάστηκε Εθνική Νομισματική Επιτροπή. Η Επιτροπή αυτή επρόκειτο να ερευνήσει το τραπεζικό πρόβλημα και να υποβάλλει προτάσεις στο Κογκρέσο για την επίλυσή του.
Φυσικά, η Επιτροπή στελεχώθηκε με φίλους του Μόργκαν. Πρόεδρος της Επιτροπής ήταν ο γερουσιαοτής Νέλσον Ολντριτζ από το νησί Ρόουντ. Ο Ολντριτζ αντιπροσώπευε το Νιούπορτ, όπου βρισκόντουσαν οι κατοικίες των πλουσιώτερων οικογενειών τραπεζιτών της Αμερικής.
Η κόρη του είχε παντρευτεί τον γιο του Τζον Ροκφέλλερ του νεώτερου και είχαν αποκτήσει πέντε γιους, τον Τζον, τον Νέλσον (που έγινε αντιπρόεδρος το 1974), τον Λόρενς, τον Γουίνθορπ και τον Ντέιβιντ, τον επικεφαλής του Συμβουλίου Εξωτερικών Υποθέσεων, CFR, και πρώην διευθυντή της Chase Manhattan Bank.
Μόλις ιδρύθηκε η Εθνική Νομισματική Επιτροπή, ο Γερουσιαστής Αλντριχ στάλθηκε αμέσως σε ένα ταξίδι δυο χρόνων στην Ευρώπη, όπου θα μπορούσε να συμβουλευτεί επί μακρόν με τους κεντρικούς Τραπεζίτες της Αγγλίας, της Γαλλίας και της Γερμανίας. Το κόστος του ταξιδιού του χωρίς τους φόρους έφτασε τα 300.000 δολάρια, ένα ποσό αστρονομικό για την εποχή εκείνη.
Λίγο μετά την επιστροφή του, το απόγευμα της 22ας Νοεμβρίου 1910, κάποιοι από τους πλουσιότερους και ισχυρότερους άνδρες της Αμερικής επιβίβασαν τον γερουσιαστή Ολντριτζ σε μια ιδιωτική αμαξοστοιχία και με αυστηρότατη μυστικότητα ταξίδεψαν στο νησί Τζέκυλ, απέναντι από την ακτή της Πολιτείας Τζόρτζια.
Με την ομάδα ήρθε και ο Πολ Γουόρμπουργκ, στον οποίο δινόταν ετήσιος μισθός 500.000 δολάρια για να σχηματίζει λόμπυ υπέρ της ίδρυσης μιας ιδιωτικά ελεγχόμενης κεντρικής τράπεζας στην Αμερική, από την εταιρεία επενδύσεων Κουν, Λεμπ, και Σία. Ο συνεργάτης του Γουόρμπουργκ στην εταιρεία αυτή ήταν κάποιος Τζέικομπ Σιφφ, ο εγγονός εκείνου που μοιράστηκε το σπίτι της “Πράσινης Ασπίδας” με την οικογένεια Ρόθτσιλντ στην Φρανκφούρτη.
Ο Σιφφ, όπως θα διαπιστώσουμε αργότερα, ξόδεψε 20 εκατομμύρια δολάρια για να χρηματοδοτήσει την ανατροπή του Τσάρου της Ρωσίας.
Αυτές οι τρεις οικογένειες ευρωπαίων τραπεζιτών, οι Ρόθτσιλντ, οι Γουόρμπουργκ και οι Σιφφ, ήταν συνδεδεμένες με γάμους μεταξύ τους, κατά τη διάρκεια των χρόνων, όπως ακριβώς και οι αμερικανοί ομόλογοί τους, οι Μόργκαν, οι Ροκφέλλερ και οι Ολντριτζ.
Η μυστικότητα ήταν τόσο σφιχτή, που και οι επτά αρχικοί συμμετέχοντες είχαν προειδοποιηθεί να χρησιμοποιούν μόνο τα αρχικά των ονομάτων τους ως πρόληψη, ώστε να μη καταλάβουν οι υπάλληλοι την ταυτότητά τους.
Μερικά χρόνια αργότερα ένας συμμετέχων, ο Φρανκ Βάντερλιπ, πρόεδρος της Εθνικής Τράπεζας της Νέας Υόρκης και εκπρόσωπος της οικογένειας Ροκφέλλερ, επιβεβαίωσε το ταξίδι στη νήσο Τζέκυλ, στις 9 Φεβρουαρίου 1935:
“Ημουν υπό μυστικότητα -στην πραγματικότητα, κρυφά- όπως κάθε συνομώτης… Το να μας ανακαλύψουν, γνωρίζαμε απλώς ότι δεν έπρεπε να συμβεί, αλλιώς όλες οι προσπάθειές μας όλων αυτών των χρόνων θα χαραμίζονταν. Αν αποκαλυπτόταν ότι η ομάδα μας είχε συναντηθεί και δημιουργήσει έναν καινούργιο Τραπεζικό Νόμο, τότε αυτός ο Νόμος δεν θα είχε καμία πιθανότητα να εγκριθεί και να περάσει από το Κογκρέσο”.
Οι συμμετέχοντες είχαν έρθει στο νησί Τζέκυλ με σκοπό να σχεδιάσουν το πώς θα λύσουν το μεγαλύτερο πρόβλημά τους, το πώς δηλαδή θα επαναφέρουν μια ιδιωτικά ελεγχόμενη Κεντρική Τράπεζα. Υπήρχαν όμως και άλλα προβλήματα που έπρεπε να λυθούν επίσης.
Πρώτα απ’ όλα, το μερίδιο αγοράς των μεγάλων Εθνικών Τραπεζών ελαττωνόταν γρήγορα. Τα πρώτα δέκα χρόνια του αιώνα, ο αριθμός των Τραπεζών των ΗΠΑ είχε υπερδιπλασιαστεί σε πάνω από 20.000.
Το 1913, μόνο το 29% όλων των τραπεζών ήταν Εθνικές Τράπεζες και αυτές κατείχαν το 57% όλων των αποθεματικών του έθνους. Οπως ο Γερουσιαστής Ολντριτζ ομολόγησε αργότερα σε ένα άρθρο του σε περιοδικό:
“Πριν περάσει αυτή η Πράξη Νόμου, οι τραπεζίτες της Νέας Υόρκης μπορούσαν να κυριαρχήσουν μόνο στα αποθεματικά της Νέας Υόρκης. Τώρα, είμαστε ικανοί να κυριαρχήσουμε στα αποθεματικά ολόκληρης της χώρας”.
Κατά συνέπεια, κάτι έπρεπε να γίνει ώστε να φέρουν υπό τον έλεγχό τους αυτές τις νέες τράπεζες. Οπως ο Τζον Ροκφέλλερ το έθεσε:
“Ο ανταγωνισμός είναι αμάρτημα”.
Δεύτερον, η Εθνική οικονομία ήταν τόσο ισχυρή που οι εταιρείες είχαν ξεκινήσει να χρηματοδοτούν τις επεκτάσεις τους από τα κέρδη τους, αντί να παίρνουν τεράστια δάνεια από μεγάλες τράπεζες.
Τα πρώτα δέκα χρόνια του νέου αιώνα, το 70% των εταιρικών χρηματοδοτήσεων προερχόταν από τα κέρδη τους. Με άλλα λόγια, η Αμερικανική βιομηχανία ανεξαρτητοποιούνταν από τους Αργυραμοιβούς και αυτή η τάση των εταιρειών προς ανεξαρτητοποίηση έπρεπε να σταματήσει.
Ολοι οι συμμετέχοντες γνώριζαν ότι αυτά τα προβλήματα μπορούσαν να επιλυθούν με μια λειτουργική λύση, αλλά ίσως το μεγαλύτερό τους πρόβλημα ήταν ένα πρόβλημα δημοσίων σχέσεων, το όνομα δηλαδή της νέας Κεντρικής Τράπεζας.
Η συζήτηση αυτή έγινε σε αυτήν εδώ την αίθουσα, μια από τις πολλές αίθουσες συσκέψεων στο ξενοδοχείο που είναι σήμερα γνωστό ως Jekyll Island Club Hotel.
Ο Ολντριτζ πίστευε ότι η λέξη “Τράπεζα” δεν έπρεπε καν να εμφανίζεται στην ονομασία. Ο Γουόρμπουργκ ήθελε να ονομαστεί η νομοθεσία ως “Εθνικός Αποθεματικός Νόμος” ή “Ομοσπονδιακός Αποθεματικός Νόμος”. Η κεντρική ιδέα ήταν να δοθεί η εντύπωση ότι ο σκοπός της νέας Κεντρικής Τράπεζας θα ήταν να σταματήσει τα χρέη των τραπεζών, αποκρύπτοντας παράλληλα τον χαρακτήρα του μονοπωλίου της.
Εντούτοις, ήταν ο Ολντριτζ, ο εγωϊστής πολιτικός, που επέμεινε να ονομαστεί “Νόμος του Αλντριχ”.
Μετά από εννιά ημέρες στη Νήσο Τζέκυλ, η ομάδα διασκορπίστηκε. Η Νέα Κεντρική Τράπεζα θα ήταν παρόμοια με την παλιά Τράπεζα των ΗΠΑ. Θα της δινόταν τελικά το μονοπώλιο επάνω στο αμερικανικό νόμισμα και η έκδοση χρήματος από το τίποτα (χωρίς αποθεματικά).
Με ποιον τρόπο η Ομοσπονδιακή Τράπεζα των ΗΠΑ δημιουργεί χρήμα από το “τίποτα”; Είναι μια διαδικασία τεσσάρων βημάτων, αλλά ας πούμε πρώτα δυο λόγια για τα Ομόλογα. Τα Ομόλογα είναι υποσχέσεις πληρωμής ή είναι κυβενητικά…
Ο κόσμος αγοράζει Ομόλογα για να εξασφαλίσει το ποσοστό του τόκου. Κατά τη λήξη του όρου του Ομολόγου, η κυβέρνηση ξεπληρώνει το Ομόλογο συν τον τόκο και το Ομόλογο καταστρέφεται. Υπάρχουν περίπου 3,6 ΤΡΙΣΕΚΑΤΟΜΜΥΡΙΑ δολάρια σε τέτοια Ομόλογα σήμερα (1996).
Τώρα θα δούμε την διαδικασία δημιουργίας χρήματος από την Ομοσπονδιακή Τράπεζα (FED):
Βήμα 1ο. Η Επιτροπή Ανοικτής Αγοράς της FED εγκρίνει την αγορά κρατικών ομολόγων των ΗΠΑ στην Ανοικτή Αγορά.
Βήμα 2ο. Τα Ομόλογα αγοράζονται από την FED από οποιονδήποτε τα προσφέρει προς πώληση στην Ανοικτή Αγορά.
Βήμα 3ο. Η FED πληρώνει για τα Ομόλογα με ηλεκτρονικές πιστώσεις στην Τράπεζα του πωλητή, η οποία πιστώνει τον λογαριασμό τραπέζης του πωλητή. Το τέχνασμα είναι ότι αυτές οι πιστώσεις βασίζονται στο τίποτα και η FED απλώς τις δημιουργεί.
Βήμα 4ο. Η Τράπεζα χρησιμοποιεί αυτές τις καταθέσεις ως αποθεματικά. Κάθε Τράπεζα μπορεί να δανείσει δέκα φορές πάνω από το ποσό των αποθεματικών της σε νέους δανειολήπτες, όλα με τόκο.
Με αυτόν τον τρόπο, μια αγορά της FED π.χ. Ομολόγων αξίας 1.000.000 δολαρίων, επιστρέφει πάνω από 10.000.000 δολάρια στους τραπεζικούς λογαριασμούς. Το αποτέλεσμα είναι ότι η FED δημιουργεί 10% από αυτό το εντελώς νέο χρήμα και οι Τράπεζες δημιουργούν το υπόλοιπο 90%.
Για να μειώσει το ποσό του χρήματος στην οικονομία, η διαδικασία απλώς αντιστρέφεται: η FED πουλάει Ομόλογα στο Δημόσιο και χρήματα ρέουν στην Αγορά από την τοπική Τράπεζα του αγοραστή. Τα δάνεια πρέπει να μειωθούν 10 φορές από το ποσό της πώλησης.
Ετσι λοιπόν, μια πώληση της FED 1.000.000 δολαρίων σε Ομόλογα, έχει ως αποτέλεσμα 10.000.000 δολάρια λιγότερα στην οικονομία.
Με ποιον τρόπο, λοιπόν, αυτό ωφελεί τους τραπεζίτες που συγκεντρώθηκαν στη Νήσο Τζεκυλ;
1) έδωσε εντελώς λάθος κατεύθυνση στην προσπάθεια για τραπεζική μεταρρύθμιση με ορθές λύσεις.
2) εμπόδισε ένα ορθό -δίχως χρέος- σύστημα κυβερνητικής χρηματοδότησης, όπως τα “Πράσινα δολάρια” του Λίνκολν, να επιστρέψει στο προσκήνιο. Το βασισμένο σε Ομόλογα σύστημα κυβερνητικής χρηματοδότησης, που καθιέρωσε ο Λίνκολν όταν δημιούργησε τα “Πράσινα δολάρια”, ανήκε πια στο παρελθόν.
3) έδωσε στους τραπεζίτες το δικαίωμα να δημιουργούν το 90% του διαθέσιμου χρήματος, βασισμένο σε ελάχιστα αποθεματικά, το οποίο μπορούν στη συνέχεια να δανείσουν με τόκο.
4) συγκέντρωσε τον συνολικό έλεγχο του εθνικού μας διαθέσιμου χρήματος στα χέρια λίγων ανθρώπων.
5) καθιέρωσε μια Κεντρική Τράπεζα με υψηλό βαθμό ανεξαρτησίας από τον αποτελεσματικό πολιτικό έλεγχό της.
Σύντομα, μετά τη δημιουργία της, η Μεγάλη Συρρίκνωση της FED στις αρχές της δεκαετίας του ‘30 θα προκαλούσε τη Μεγάλη Οικονομική Κρίση. Η ανεξαρτησία της έχει έκτοτε ενισχυθεί μέσω πρόσθετων νόμων.
Προκειμένου να αποχαυνώσουν τους πολίτες στη σκέψη ότι η κυβέρνηση διατήρησε τον έλεγχο της Τράπεζας, το αποκαλούμενο σχέδιο για την FED έπρεπε να διοργανωθεί από το Διοικητικό Συμβούλιο των Κυβερνητών, διορισμένους από τον Πρόεδρο και εγκεκριμένους από την Γερουσία. Αλλά, όλοι οι τραπεζίτες έπρεπε να είναι σίγουροι ότι οι άνθρωποί τους ήταν διορισμένοι στο σώμα των Κυβερνητών των Πολιτειών.
Αυτό δεν ήταν δύσκολο. Οι τραπεζίτες έχουν λεφτά και τα λεφτά έχουν επίδραση στους πολιτικούς.
Οταν πλέον οι συμμετέχοντες έφυγαν από την Νήσο Τζέκυλ, ξεκίνησε ο αγώνας για δημόσιες σχέσεις. Οι μεγάλες Τράπεζες της Νέας Υόρκης συγκέντρωσαν μαζί ένα “εκπαιδευτικό” κεφάλαιο 5.000.000 δολαρίων, ώστε να χρηματοδοτήσουν καθηγητές σε αναγνωρισμένα Πανεπιστήμια για να υποστηρίξουν την Νέα Κεντρική Τράπεζα. Ο Γούντροου Γουίλσον από το Πρίνσετον ήταν ένας από τους πρώτους, αλλά το τέχνασμα των τραπεζιτών δεν δούλεψε.
Ο Νόμος του Ολντριτζ σύντομα προσδιορίστηκε ως Νόμος των τραπεζιτών, ένας νόμος που θα ωφελούσε μόνον ό,τι ήταν γνωστό ως “το Μονοπώλιο του Χρήματος”. Οπως το έθεσε ο Γερουσιαστής Λίντμπεργκ κατά τη διάρκεια μιας συζήτησης στο Κογκρέσο:
“Το σχέδιο του Ολντριτζ είναι το σχέδιο της Γουόλ Στριτ. Σημαίνει έναν ακόμη οικονομικό Πανικό, αν είναι αναγκαίο, για να εκφοβίσει τους ανθρώπους. Ο Ολντριτζ, που πληρώθηκε από την κυβέρνηση για να αντιπροσωπεύσει το λαό, προτείνει αντιθέτως ένα σχέδιο υπέρ του κεφαλαίου”.
Βλέποντας ότι δεν είχαν τις απαιτούμενες ψήφους για να κερδίσουν στο Κογκρέσο, η Ρεπουμπλικανική Εξουσία ποτέ δεν έθεσε τον Νόμο του Ολντριτζ σε ψηφοφορία.
Οι τραπεζίτες, αθόρυβα, αποφάσισαν να κινηθούν προς το δεύτερο σχέδιο, την εναλλακτική των Δημοκρατικών. Ξεκίνησαν λοιπόν να χρηματοδοτούν τον Γούντροου Γουίλσον ως υποψήφιο των Δημοκρατικών. Οπως αναφέρει ο αναγνωρισμένος ιστορικός Τζέιμς Πέρλοφ, ο χρηματιστής της Γουόλ Στριτ Μπερνάρ Μπαρούχ είχε χρεωθεί την “εκπαίδευση” του Γουίλσον:
“Ο Μπαρούχ έφερε τον Γουίλσον στα Κεντρικά του Δημοκρατικού κόμματος στη Νέα Υόρκη το 1912, οδηγώντας τον όπως μια μαριονέτα. Ο Γουίλσον έλαβε μια κατήχηση από τους ηγέτες που βρίσκονταν εκεί...”
Τώρα λοιπόν, η σκηνή ήταν στημένη. Οι Αργυραμοιβοί ετοιμάζονταν να εγκαταστήσουν ξανά την ιδιωτικώς ελεγχόμενη Κεντρική Τράπεζά τους.
Η ζημιά που είχε κάνει ο Πρόεδρος Αντριου Τζάκσον πριν από 67 χρόνια, είχε μόνον εν μέρει επισκευαστεί με το πέρασμα της Εθνικής Τραπεζικής Πράξης κατά τη διάρκεια του εμφυλίου πολέμου. Μέχρι τότε, η μάχη μαινόταν κατά τη διάρκεια των δεκαετιών. Οι υποστηρικτές του Τζάκσον έγιναν υποστηρικτές των “Πράσινων δολαρίων” του Λίνκολν και, στη συνέχεια, έγιναν οι σκληροπυρηνικοί υποστηρικτές του Γουίλλιαμ Τζένινγκς Μπράϊαν. Με τον Μπράϊαν να οδηγεί το ρεύμα, αυτοί οι αντίπαλοι των Αργυραμοιβών, αγνόησαν την κηδεμονία του Μπαρούχ πίσω από τα νώτα τους, μέσω του Δημοκρατικού Γούντροου Γουίλσον.
Οι ίδιοι και ο Μπράϊαν σύντομα θα προδίδονταν.
(από περίπου 1:47’:58’’ μέχρι το 1:59’:43’’)
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου