Οταν τα όργανα της εξουσίας νιώθουν την ανάγκη να κρύψουν κάποια αυθαιρεσία καταφεύγουν στην κουκούλα. Μέχρι σήμερα γνωρίζουμε την κουκούλα του δημίου και του καταδότη. Τώρα μάς ζητούν να συνηθίσουμε και την κουκούλα του αστυνομικού. Κι όπως τότε, έτσι και τώρα, η κουκούλα αποκαλύπτει περισσότερα απ' όσα σκεπάζει.
Οταν η αστυνομία βγαίνει στην παρανομία
Οι κουκουλοφόροι Ράμπο της Ελληνικής Αστυνομίας που έδρασαν στον
τσιγγάνικο καταυλισμό του Ασπρόπυργου δέχτηκαν τα πυρά σύσσωμης της
κοινής γνώμης, της βουλής και των μέσων ενημέρωσης. Κοινός παρονομαστής
της κριτικής, η καταφανής υπερβολή: οπλισμένοι σαν αστακοί και
γεροδεμένοι άνδρες, εναντίον ανυπεράσπιστων και άοπλων νεαρών, γέρων,
γυναικών, παιδιών. Ομόφωνη υπήρξε η διαπίστωση ότι αυτές οι ειδικές
δυνάμεις της αστυνομίας προορίζονται για άλλους στόχους, και συνεπώς ότι
το "σφάλμα" εντοπίζεται στη χρήση των κουκουλοφόρων ΕΚΑΜ και όχι απλών
αστυνομικών για τη συγκεκριμένη επιχείρηση. Ομως τα πράγματα δεν είναι
έτσι ακριβώς. Η οργάνωση των ειδικών αστυνομικών δυνάμεων μπορεί να
προπαγανδίζεται σ' όλες τις χώρες ως αναγκαία για την πάταξη της
τρομοκρατίας και του οργανωμένου εγκλήματος, αλλά στην πράξη οι αρχές
καταφεύγουν σ' αυτές κάθε φορά που απαιτείται κάποια ενέργεια
εντυπωσιασμού.
Γι' αυτό το λόγο δεν πρέπει να μας ξαφνιάζει η επιχείρηση του
Ασπρόπυργου. Τόσο εύκολα ξεχάσαμε την παρόμοια επιδρομή στο Βληχό των
Μεγάρων πριν από τέσσερα χρόνια (28.1.1992); Ο σχεδιασμός ήταν
ταυτόσημος, η κάμερα και πάλι παρούσα. Και μάλιστα τότε δεν υπήρχε καν
το επιχείρημα-άλλοθι του πρωινού αιματηρού επεισοδίου, κατά το οποίο
τραυματίστηκε ένας αστυνομικός. Η επίθεση των ΕΚΑΜ ήταν απροειδοποίητη
και απρόκλητη.
Από τη δεκαετία του '60 οι αστυνομίες των προηγμένων δυτικών κρατών
αρχίζουν να εκσυγχρονίζονται. Κάτω από διάφορα ονόματα, συγκροτούνται
ειδικά τμήματα αστυνομικών, τα οποία έχουν κοινό χαρακτηριστικό ότι δεν
υπόκεινται στην κλασική ιεραρχία του σώματας. Είναι τα SWAT (Special
Weapons And Tactics, Ειδικά όπλα και τακτική) στις ΗΠΑ, το GSG-9
(Grenzschutzgruppe 9, Ομάδα προστασίας συνόρων 9) στη Γερμανία, το GIGN
(Groupe d' Intervention de la Gendarmerie Nationale, Ομάδα Επέμβασης της
Εθνικής Χωροφυλακής) στη Γαλλία. Οι ίδιες μονάδες κατά καιρούς
μετασχηματίζονται σε νέα σώματα και παίρνουν άλλα ονόματα. Οι διάκρισή
τους από τα καθαρώς στρατιωτικά σώματα είναι ασαφής. Αλλωστε όλα έχουν
σαν πρότυπo την ιστορική βρετανική στρατιωτική μονάδα SAS (Special Air
Service).
Κοινό χαρακτηριστικό όλων αυτών των σωμάτων είναι η απόλυτη ανωνυμία
των ανδρών που τα στελεχώνουν. Η κουκούλα -ή καλύτερα η μπαλακλάβα-
είναι μέρος της στολής. Ολες οι ενέργειές τους καλύπτονται πίσω από τη
μάσκα. Η γαλλική Le journal du dimanche παρουσίαζε στις 10.4.1988 την
ομάδα RAID (Recherche, Assistance, Intervention, Dissuasion) της
αστυνομίας με το εύγλωττο παρατσούκλι "οι μαύροι πάνθηρες". "Με τη μαύρη
μεταξένια κουκούλα τους, με τη μαύρη στολή τους, με το γιαλιστερό τους
όπλο, με το ρεβόλβερ .357 μάγκνουμ, προκαλούν ασφαλώς τον τρόμο." Κατά
την εφημερίδα, "η μαύρη μεταξένια κουκούλα που καλύπτει πάντοτε τους
άνδρες του RAID κατά τη διάρκεια των επιχειρήσεών τους έχει δύο στόχους:
αφενός να εξασφαλίζει την ανωνυμία των αστυνομικών και αφετέρου να
τρομοκρατεί τον αντίπαλο χάρη σ' αυτό το στιλ Φαντομά". Αυτή η ερμηνεία
μοιάζει προφανής. Ομως για ποιο λόγο απαιτείται η ανωνυμία, αν οι
αντίπαλοι είναι τόσο εξωκοινωνικά στοιχεία, όπως απαιτεί ο λόγος
θέσπισης των ειδικών τμημάτων; Και ποιος είναι αυτός ο επαγγελματίας
τρομοκράτης ή εγκληματίας που θα επηρεαζόταν ψυχολογικά από την
εξωτερική εμφάνιση και τα ουρλιαχτά του αντιπάλου του;
Στην πραγματικότητα η μάσκα-κουκούλα επιβάλλεται στις ειδικές
δυνάμεις επειδή αυτές ζουν και δρουν σε ένα καθεστώς "νόμιμης
παρανομίας". Η ανωνυμία τους δεν τους προφυλάσσει τόσο από το ενδεχόμενο
αντεκδίκησης, όσο από τον ίδιο το νόμο που υποτίθεται ότι υπηρετούν. Σε
περίπτωση που κάτι δεν πάει καλά είναι αδύνατον να τους καταλογισθούν
ευθύνες. Στις 6 Μαρτίου του 1988 μια ομάδα του βρετανικού SAS δολοφόνησε
στο Γιβραλτάρ τρία μέλη του Ιρλανδικού Δημοκρατικού Στρατού χωρίς καμιά
προειδοποίηση. Οπως έγινε γνωστό, οι βρετανικές μυστικές υπηρεσίες
είχαν πληροφορίες για κάποια μελλοντική επιχείρηση του IRA, και
κατέφυγαν σ' αυτή την "προληπτική" αντιτρομοκρατική πράξη. Τέσσερα μέλη
του βρετανικού κομάντο κλήθηκαν να δώσουν λόγο στη δικαιοσύνη.
Παρουσιάστηκαν στο δικαστήριο με τις μάσκες τους και ελλείψει στοιχείων
απαλλάχθηκαν. Κανείς δεν μπορεί σήμερα να μας βεβαιώσει ότι αυτοί που
κάθισαν στο εδώλιο είχαν πράγματι πάρει μέρος στην επιχείρηση. Το
δικαστήριο στηρίχθηκε στη μαρτυρία ενός ανώνυμου αξιωματικού! Μ' άλλα
λόγια, η κουκούλα απαλλάσσει τον αστυνομικό από οποιοδήποτε δικαστικό
έλεγχο της δράσης του.
Απ' αυτή την άποψη η κουκούλα παρέχει στο όργανο τον τύπο της
ανωνυμίας που του προσφέρει και η πολιτική περιβολή. Είναι γνωστό,
άλλωστε, ότι τα ΜΕΑ και τα ΕΚΑΜ είναι μονάδες με πολλά κοινά στοιχεία. Η
πολιτική περιβολή προστατεύει όμως μέχρις ενός ορισμένου σημείου. Οταν
οι αστυνομικοί με τα πολιτικά επιδεικνύουν υπερβάλλοντα ζήλο, τότε
κινδυνεύουν από τη μαρτυρία της τηλεοπτικής και της φωτογραφικής
κάμερας. Αυτό συνέβη με τον αστυνομικό Β. Αθανασόπουλο που ποδοπάτησε
και τραυμάτισε βαριά τη διαδηλώτρια Μέλπω Κορωναίου τον περασμένο
Απρίλιο. Η "Ελευθεροτυπία" είχε τότε δημοσιεύσει το επιβαρυντικό
ντοκουμέντο, με αποτέλεσμα να υποχρεωθεί η πολιτική ηγεσία του
υπουργείου Δημόσιας Τάξης να επιβάλει στον "ατακτήσαντα" τρίμηνη
διαθεσιμότητα.
Υπάρχει όμως και η άλλη πλευρά του ίδιου νομίσματος. Κατά την
επίσκεψη του Πάπα στην Ουτρέχτη τον Απρίλιο του 1986 οι ειδικές δυνάμεις
με πολιτική περιβολή συνέλαβαν κάποιους διαδηλωτές. Στο δικαστήριο του
Αμστερνταμ οι μαρτυρίες των αστυνομικών έφτασαν χωρίς ονόματα, μόνο με
αριθμούς: "Ο υπ. αρ. 35 καταθέτει ότι..." Παρά την πίεση του
δικαστηρίου, οι αρχές δεν αποκάλυψαν τα ονόματα των "οργάνων". Μπορεί
κανείς να φανταστεί πού μπορεί να οδηγήσει η αποδοχή της ανώνυμης
μαρτυρίας.
Οσο για την εκφοβιστική επίδραση της κουκούλας, αυτή ισχύει ασφαλώς
όταν πρόκειται για επιδρομή σε τσιγγάνικο καταυλισμό ή για αντιμετώπιση
νεολαιίστικης διαδήλωσης ή ακόμα και έλεγχο σε ένα τυχαίο αυτοκίνητο.
Επιδιώκεται μάλιστα να συνηθίσουν οι πολίτες στη μορφή του μασκοφόρου
αστυνομικού. Χαρακτηριστικό είναι το ρεπορτάζ που μετέδωσε από την Σάντα
Ανα της Καλιφόρνιας το Ασοσιέτεντ Πρες στις 11.7.1988: "Οι κάτοικοι της
ναρκοκρατούμενης Μπροκ Στριτ δεν αναρωτιούνται πλέον για τους
μασκοφόρους άνδρες που περιπολούν κάθε μέρα. 'Νίνζα! Νίνζα!' φωνάζει
ένας νεαρός. Οι άνδρες είναι μέλη του εξαμελούς τμήματος καταπολέμησης
των ναρκωτικών. Από τον Ιανουάριο, οι αστυνομικοί -όταν δεν κυκλοφορούν
με πολιτικά- φορούν αυτές τις μάσκες που συμβολίζουν τους δολοφόνους της
φεουδαλικής Ιαπωνίας, για να προστατεύσουν την ταυτότητά τους. Οι
μάσκες, μαύρες κουκούλες με μια σχισμή μόνο για τα μάτια, προκάλεσαν την
προσοχή των παιδιών. Τώρα, βλέπουν τους νίνζα σαν ήρωες. 'Είναι εντάξει
οι νίνζα', λέει ο 12χρονος Σάμουελ Σάντσεθ. 'Είναι σκληροί, μοιάζουν με
ληστές, αλλά είναι νίνζα, είναι αστυνομικοί'. Κι ο 6χρονος αδελφός του
θέλει να γίνει νίνζα".
Η ειδυλλιακή αυτή περιγραφή του ειδησεογραφικού πρακτορείου δεν
επιβεβαιώνεται από τη διεθνή δράση των μασκοφόρων αστυνομικών.
Καταγγελίες απ' όλο τον κόσμο πιστοποιούν το αντίθετο: η μάσκα οδηγεί
τους αστυνομικούς στην ασυδοσία:
* "Το μόνο που είδαμε ήταν κορμιά να πετάνε μέσα από τα παράθυρα. Οι
αστυνομικοί φορούσαν χακί και είχαν μαύρες μάσκες για να φαίνονται μόνο
τα μάτια τους." (Περιγραφή μιας συνηθισμένης επιδρομής σε σπίτι του Λος
Αντζελες για τη σύλληψη υπόπτου. Τελικά ο ύποπτος ήταν αθώος και κάποιος
άλλος πολίτης τραυματίστηκε θανάσιμα. Los Angeles Times, 22.4.1988).
* "Εξι μασκοφόροι αστυνομικοί επέδραμαν στο σπίτι μου την ώρα που
έλειπα σε μια επίσκεψη με τον 7χρονο γιο μου. Δεν υπάρχει καμιά
κατηγορία εναντίον μου." (San Francisco Chronicle, 2.5.1989).
* "Καθόμουν ήσυχος και τα 'πίνα σε μια παμπ, όταν ξαφνικά έπεσαν επάνω
μου οπλισμένοι μασκοφόροι αστυνομικοί". (Ο 35χρονος άγγλος Πάτρικ Μαγκί
αφέθηκε την επομένη ελεύθερος. The Daily Telegraph, 21.4.1992).
* "Στις δύο μετά τα μεσάνυχτα καμιά 50αριά μέλη των ειδικών δυνάμεων
επέδραμαν σε μια κατοικία, ρίχνοντας φωτοβολίδες και πυροβολώντας γύρω
τους". (Πίστευαν ότι θα έβρισκαν όπλα, αλλά είχαν λάθος πληροφορίες, Der
Spiegel, 13.6.1994).
Η εμφάνιση λοιπόν των κουκουλοφόρων τμημάτων σημαδεύει μια νέα
περίοδο της αστυνομικής οργάνωσης. Επειδή το κράτος δικαίου επέβαλε
συγκεκριμένους περιορισμούς στον παλιό αστυνομικό (υποχρέωση τήρησης
μιας αυστηρής διαδικασίας κατά τη σύλληψη ή την έρευνα, υποχρέωση στολής
με διακριτικά, επώνυμη παρουσία), ήρθαν τα νέα τμήματα που υποτίθεται
ότι προορίζονται για τον "ανορθόδοξο" και "μέχρις εσχάτων" πόλεμο με την
τρομοκρατία. Στην πραγματικότητα αυτός ο πόλεμος στρέφεται, όπως
είδαμε, εναντίον όλων των πολιτών. Εκτός κι αν όλες αυτές οι θεαματικές
επιδρομές σε αδύναμους στόχους απαιτούνται για να διατηρούν τους
κουκουλοφόρους σε φόρμα.
Χωρίς διακριτικό
Μόλις κόπασαν οι διαμαρτυρίες για την ρατσιστική επίθεση των
κουκουλοφόρων ειδικών δυνάμεων στον τσιγγάνικο καταυλισμό στον
Ασπρόπυργο, τα πράγματα ξαναπήραν την κανονική τους μορφή. Για τη χρήση
της κουκούλας και την απουσία διακριτικών κατά τις επιδρομές των ανδρών
των ΕΚΑΜ, δεν γεννάται θέμα! Ο υπουργός Κ. Γείτονας, αν και
συντετριμμένος επειδή "έγιναν υπερβάσεις και εκτυλίχθηκαν σκηνές
αγριότητας και βίας κατά Ελλήνων πολιτών, των αθιγγάννων", δεν θέλησε
τελικά να θίξει τα δικαιώματα των κουκουλοφόρων υφισταμένων του. "Γιατί
είναι απαραίτητο οι αστυνομικοί στις επιχειρήσεις τους να φορούν
κουκούλες και να έχουν αυτό τον ειδικό εξοπλισμό, όταν πηγαίνουν στον
τσιγγάνικο καταυλισμό;" ρωτούσε ευλόγως ο βουλευτής του ΚΚΕ Δήμος
Κουμπούρης. "Μπορεί η ασφάλεια όσων επιχειρούν να επιβάλλει κάποια
μέτρα, αλλά η κάλυψη του προσώπου και η αφαίρεση των στοιχείων των
οργάνων της τάξεως παραπέμπει σε άλλη εποχή. Σημαίνει και κάποια
ασυδοσία δράσεως των οργάνων, εάν μπορούν να έχουν καλυμμένο το πρόσωπο
και να μην μπορεί κανείς να καταγράψει τα στοιχεία τους", σημείωνε
ορθότατα ο Απόστολος Κακλαμάνης. "Υπάρχει διεθνής πρακτική για τέτοιες
δυνάμεις και για λόγους ασφαλείας των ανδρών έναντι αντεκδικήσεων πρέπει
να υπάρχει κάλυψη των προσώπων. Υπάρχει Κανονισμός, δηλαδή εφόρεσαν τις
κουκούλες βάσει κανονισμού", ομολογούσε ο υπουργός Δημόσιας Τάξης στη
Βουλή (1.3.96).
Πράγματι, η ιδέα της συγκρότησης των μονάδων κομάντος στην Ελληνική
Αστυνομία ήταν εισαγόμενη (επιβεβλημένη από τους συμμάχους μας ίσως) και
συνταγματικά οριακή. Οι 100 περίπου άνδρες των ΕΚΑΜ που υποτίθεται ότι
προπονούνται καθημερινώς -εδώ και μια δεκαετία- στην Αμυγδαλέζα για
κάποιες φοβερές αποστολές, εξαρχής είχαν "λυμένα τα χέρια τους", όχι
μόνο για να αντιμετωπίσουν τους στυγερούς εγκληματίες, αλλά και για να
παρακάμψουν τα δικαιώματα των πολιτών. "Υπάρχει ένα δομικό πρόβλημα",
υπογραμμίζει ο συνταγματολόγος Ανδρέας Λοβέρδος. "Εφ' όσον εκρίθη
αναγκαίο να υπάρχουν αυτές οι ειδικές μονάδες, θα έφτανε κάποτε η ώρα να
πληρώσουμε και τις παρενέργειές τους. Οταν επιλέγεις να πάρεις τη μορφή
και τις μεθόδους του αντιπάλου σου, του κακοποιού, για να τον
κτυπήσεις, είναι επόμενο να κινηθείς και
συ εκτός των ορίων της νομιμότητας. Τα γεγονότα στον τσιγγάνικο
καταυλισμό έδειξαν ότι μια διωκτική εκδήλωση μπορεί να μετατραπεί σε
κοινή αλητεία. Ειδικά όταν ευδοκιμεί και αναπτύσσεται η ιδέα της
συλλογικής ευθύνης του 'αντιπάλου'".
Δύο διαδικασίες αναζήτησης ευθυνών έχουν δρομολογηθεί. Η Αστυνομία
διεξάγει την κλασική ΕΔΕ της και ένας εισαγγελέας ερευνά το ποινικό
μέρος. Τι θα
βρουν όμως; "Τα καλυμμένα πρόσωπα και η απουσία των διακριτικών δεν
αφαιρούν μόνο από τους πολίτες το δικαίωμα άμυνας και ελέγχου των
αυθαιρετούντων οργάνων, αλλά και υπηρεσιακά δεν μπορούν να αποδοθούν
ευθύνες, όπως προβλέπεται από το νόμο. Κάτω από έκρυθμες περιστάσεις,
χάνεται κάθε περιθώριο άμυνας, κοινωνικής και ατομικής. Μπαίνουν σπίτι
σου, σε δέρνουν, σου παίρνουν πράγματα και συ δεν ξέρεις για ποιους
πρόκειται", μας εξηγεί ο κ. Λοβέρδος.
Θεωρητικά βεβαίως η ηγεσία της Αστυνομίας, όπως και ο πολιτικός της
προϊστάμενος αλλά και ολόκληρη η κυβέρνηση, έχουν κατά νόμο ευθύνες όταν
εξαπολύουν τους ασύδοτους κουκουλοφόρους τους. Εκείνοι έχουν την
υποχρέωση να πείσουν την κοινωνία ότι λειτουργούν σύμφωνα με το
δικαιοκρατικό σύστημα και η κοινωνία με τους συλλογικούς θεσμούς της
έχει την υποχρέωση -και το δικαίωμα- να ζητά να αποδοθούν ευθύνες. "Αυτό
το σύστημα οργάνωσης της ευθύνης και των κυρώσεων, κατατείνει στον
περιορισμό του οργάνου της τάξεως από την παραβίαση της διακριτικής του
ευχέρειας. Στα όρια της διακριτικής ευχέρειας της ηγεσίας της αστυνομίας
ήταν να εκτιμήσει αν πρέπει να πάει η ειδική μονάδα με αυτή την αμφίεση
και τη μέθοδο στον Ασπρόπυργο ή όχι. Στα όρια της αρμοδιότητας της
κοινωνίας και όλης της ιεραρχίας είναι να αποδοθούν οι ευθύνες. Η
αλυσίδα των ευθυνών που δημιουργεί ένα τέτοιο περιστατικό, και κυρίως οι
πολιτικές ευθύνες που αποκρυσταλλώνονται, είναι η κοινωνική άμυνα, η
δική μας άμυνα απέναντι στον κίνδυνο μετατροπής των σωμάτων ασφαλείας σε
κοινούς κουκουλοφόρους", συμπληρώνει ο συνομιλητής μας.
Μπάτσοι, γορίλες...
Η ριζοσπαστικότερη εκδοχή κουκούλας στην ιστορία της αστυνομίας
δοκιμάστηκε πριν από δύο χρόνια στο Μαϊάμι σε μια επιχείρηση που
στέφθηκε μεν από απόλυτη επιτυχία, πλην όμως ξεσήκωσε θύελλα συζητήσεων
σχετικά με τα όρια μεταμφίεσης των αστυνομικών οργάνων. Γιατί είναι
αλήθεια ότι κατά τη διάρκεια της εν λόγω αποστολής που ονομάστηκε με τον
κωδικό "Επιχείρηση Κίκι", ο αστυνόμος-δόλωμα το τράβηξε περισσότερο από
ό,τι είθισται: Διάλεξε μια πετυχημένη αποκριάτικη στολή γορίλα, έκανε
τις σωστές κινήσεις χτυπώντας τα χέρια στο στήθος και περίμενε το θύμα
του μέσα σε ένα κλουβί γεμάτο από αληθινά περιττώματα γορίλα.
Η σκηνή, όπως την περιγράφουν οι "Λος Αντζελες Τάιμς" (18.5.94),
εκτυλίχθηκε σε ένα μικρό και παράμερο αεροδρόμιο του Μαϊάμι. Στο σημείο
αυτό κατέφθασε στις 25 Ιανουαρίου 1994 ο Βίκτορ Μπέρναλ, διεθυντής
μεξικανικών
ζωολογικών κήπων, συνοδευόμενος από πράκτορες της Υπηρεσίας Προστασίας
Αγρίων Ειδών που του είχαν παρουσιαστεί ως έμποροι ζώων, προκειμένου να
αγοράσει παράνομα ένα νεαρό γορίλα και να τον φυγαδεύσει στη χώρα του. Ο
Μπέρναλ έμεινε ικανοποιημένος από τον ετοιμοπαράδοτο γορίλα που του
έδειξαν κι έβγαλε να πληρώσει τα συμφωνημένα 92.500 δολάρια για να τον
αποκτήσει. Την ίδια στιγμή, ο γορίλας άνοιξε το κλουβί και πετάχτηκε
έξω. Ο επίδοξος αγοραστής άρχισε να ουρλιάζει και το έβαλε στα πόδια.
Και άργησε πολύ να συνέλθει, παρόλο που ο γορίλας είχε βγάλει τη μάσκα
του και του έδειχνε επί ώρα την αστυνομική του ταυτότητα.
Το δικαστήριο που εξέτασε την υπόθεση κλήθηκε να απαντήσει κατά πόσον
είναι θεμιτές οι ενέδρες που καταφεύγουν στη μεταμόρφωση ενός
αστυνομικού σε γορίλα. Και απάντησε θετικά, αγνοώντας τις κραυγές της
υπεράσπισης που, απ' ό,τι φάνηκε, επέλεξε το λάθος επιχείρημα: "Εδώ
καθημερινά μαχαιρώνουν, βιάζουν και ληστεύουν τον κόσμο στους δρόμους",
υποστήριξε ολοκληρώνοντας την αγόρευσή του ο συνήγορος του Μπέρναλ
Ντόναλντ Μπίρμαν, "και η αστυνομία απασχόλησε επί ημέρες δεκαέξι
πράκτορές της και έναν ακόμη τον έκανε γορίλα προκειμένου να πιάσει επ'
αυτοφώρω έναν διακεκριμένο ξένο που -σε τελευταία ανάλυση- δεν επιδίωξε
τίποτα περισσότερο από το καλό του ζώου".
(Ελευθεροτυπία, 17/3/1996)
_____________
ΣΗΜ. η 2η σελίδα εδώ: http://www.iospress.gr/ios1996/ios19960317b.htm